Ελληνισμός της Κ. Ιταλίας: Από την άνθηση στην παρακμή...
Ο προεπιλεγμένος τρόπος εμφάνισης των σχολίων. Οι ξεδιπλωμένες απόψεις εμφανίζουν το περιεχόμενο των σχολίων. Οι απόψεις νημάτων διατηρούν τις σχετικές απαντήσεις μαζί., 18/10/2008 - 18:37
- Ο τίτλος του μπλοκ όπως εμφανίζεται στο χρήστη.
Το μπλοκ %name διαγράφηκε.Σύντομη περιγραφή του μπλοκ σας. Χρησιμοποιείται στη σελίδα επισκόπησης των μπλοκ.
Oι περιοχές Απουλία και Καλαβρία της Κάτω Ιταλίας μαζί με τη Σικελία είναι γνωστές στην Ιστορία με το όνομα Μεγάλη Ελλάδα (Magna Grecia). Οι πρώτοι Έλληνες που εγκαταστάθηκαν εκεί ήταν κυρίως δωρικής καταγωγής. Κατά τη Βυζαντινή εποχή, τον 9ο αιώνα (περίοδος εικονομαχίας) η Νότιος Ιταλία κατακλύστηκε από μοναχούς, οι οποίοι ίδρυσαν μοναστήρια, έκτισαν βυζαντινούς ναούς, που σώζονται μέχρι σήμερα.
Τους αιώνες 11ον και 12ον έχουμε μεταναστευτικά ρεύματα από την Πελοπόννησο κυρίως, αλλά και από άλλα μέρη της Ελλάδος. Με την τουρκική υποδούλωση της Ελλάδος καθ’ όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας συνεχώς κατέφευγαν εκεί φυγάδες Έλληνες. Έτσι, ο ελληνισμός της Κάτω Ιταλίας κατόρθωσε να επιβιώσει και να ακμάζει εκεί χάρη στους συνεχείς εποικισμούς ελληνικών πληθυσμών που κατά καιρούς τον ενίσχυσαν.
Από την εποχή της Αναγεννήσεως και στο εξής, βρίσκουμε αμιγή ελληνικά χωριά στην Απουλία και την Καλαβρία, που δημιουργήθηκαν και στηρίχτηκαν στην ύπαρξη πολύ παλαιοτέρων πυρήνων ελληνισμού. Αυτά τα χωριά με την πάροδο του χρόνου έγιναν δίγλωσσα και σήμερα μερικές μειονότητες μόνον ομιλούν ελληνικά, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, όπως π.χ. το χωριό Γαλλιτσιανό, όπου όλοι οι κάτοικοι ομιλούν ελληνική διάλεκτο.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όλος αυτός ο Ελληνικός κόσμος που εγκαταστάθηκε στην Κάτω Ιταλία κατά περιόδους από τους αρχαίους χρόνους μέχρι την εποχή της τουρκοκρατίας θα έφθανε μέχρι σήμερα καθαρά ελληνικός και στη γλώσσα και στη θρησκεία. Στο πέρασμα των αιώνων αναφέρονται πολλοί λόγοι που συνέβαλαν στην αλλοίωσή του. Δεν αναφέρεται, όμως, ο σημαντικότερος. Και αυτός είναι ο ρόλος του Βατικανού.
Η έχθρα του Βατικανού προς την Ορθοδοξία και το Βυζάντιο ξεκινάει από την εποχή του Σχίσματος (το πρώτο το 867 και το οριστικό το 1054). Συνεχίζεται με τις σταυροφορίες με αποτέλεσμα την άλωση της Κων/πόλεως από τους σταυροφόρους του Πάπα στις 12 Απριλίου 1204. Δεν υπήρξε εποχή που δεν δινότανε ευκαιρία στο Βατικανό να βλάψει τους ορθοδόξους με οποιοδήποτε τρόπο.
Το 1517 η Δυτική Εκκλησία δέχτηκε βαρύτατο πλήγμα από τη θρησκευτική Μεταρρύθμιση του Λουθήρου και των άλλων μεταρρυθμίσεων. Το Βατικανό συγκλονίστηκε τότε για δεκαετίες. Το 1545 ο Πάπας συγκάλεσε τη Σύνοδο του Τρέντο (ή Τρίδεντο) και διήρκεσε 18 χρόνια, μέχρι το 1563. Βασική απόφαση η δίωξη των αιρετικών (προτεσταντών). Τα μέτρα που πήρε είναι γνωστά ως Αντιμεταρρύθμιση.
Το Βατικανό βρήκε τότε την ευκαιρία να χτυπήσει τους Ελληνόφωνους Ορθόδοξους της Κάτω Ιταλίας. Χαρακτήρισε και τους Ορθόδοξους ως αιρετικούς και άρχισε τις διώξεις. Η Κεφαλή της Ορθοδοξίας στην Κων/πολη ήταν αιχμάλωτη των σουλτάνων και ήταν αδύνατο να αντιδράσει. Έτσι, ανενόχλητος ο Πάπας έπραξε αυτό που δεν έκαμαν οι Οθωμανοί κατακτητές στην υπόδουλη Ανατολή. Άλλωστε η Νότια Ιταλία τότε περιλαμβάνονταν στο Κράτος του Πάπα. Κατάργησε κάθε λατρεία που δεν υπήκουε στο Καθολικό δόγμα και τους παπικούς κανόνες. Ανάμεσα σ’ αυτές και η Ορθοδοξία. Έκλεισε τους Ορθόδοξους ναούς και απαγορεύτηκε η Ελληνική γλώσσα. Είναι γνωστό ότι στην Ελλάδα μέσω της Εκκλησίας διατηρήθηκε η Ελληνική γλώσσα. Έτσι, η Ορθόδοξη παράδοση της Νότιας Ιταλίας και επομένως και η Ελληνική γλώσσα, αφού απαγορεύτηκε η ανατολική ορθόδοξη λειτουργία, αντικαταστάθηκε από τη λατινική.
Συμπέρασμα: Στην Ελλάδα με τους Τούρκους κατακτητές διατηρήσαμε και την γλώσσα και την Ορθοδοξία. Στην Ιταλία, μια ευρωπαϊκή χώρα ο Ελληνισμός έχασε και τη γλώσσα και τη θρησκεία...
Εδώ φαίνεται καθαρά πόσο εχθρικός ήταν ο παπισμός απέναντι στην Ελληνορθοδοξία. Εύκολα καταλαβαίνει κανείς τι θα γινότανε αν γινότανε η ένωση των Εκκλησιών, όπως ήθελε η Σύνοδος της Φλωρεντίας το 1439... Ο Μητροπολίτης Εφέσου Μάρκος ο Ευγενικός έσωσε τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία από τον αφανισμό!
Όργανό του χρησιμοποίησε τον καθολικό επίσκοπο της πόλεως Bova, τον Κύπριο Σταυριανό, ο οποίος επέβαλε στους κατοίκους την καθολική λατινική λειτουργία, καταργώντας την ορθόδοξη. Από τότε στους Ελληνόφωνους γραπτά ελληνικά κείμενα βρίσκουμε μόνον με λατινικούς χαρακτήρες (γράμματα), ενώ διαιωνίζεται η προφορική παράδοση της ελληνικής γλώσσας μέχρι σήμερα.
Πρώτος ο μεγάλος γλωσσολόγος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Γεώργιος Χατζηδάκης και κατόπιν αρκετοί άλλοι γλωσσολόγοι υποστήριξαν ότι η γλώσσα των ελληνοφώνων της Απουλίας και της Καλαβρίας είναι συνέχεια της γλώσσας από την εποχή της Μεγάλης Ελλάδας μέχρι σήμερα. Στη συνέχεια εμπλουτίστηκε με λέξεις της Βυζαντινής περίόδου.
Εκτός, όμως, από τις αρχαιοελληνικές της ρίζες και τη βυζαντινή συνέχειά της, η γλώσσα των ελληνοφώνων είναι τελείως ιδιαίτερη εξ αιτίας και των λεξιλογικών δανείων από την ιταλική που ακολούθησαν την ελληνική γραμματική, όπως η ιταλική λέξη bicchiere (= ποτήρι) που έγινε μπικέρι, του μπικερίου κ.τ.λ. (που κλίνεται δηλ. όπως οι ελληνικές λέξεις).
Κάτι που πρέπει να επισημάνουμε είναι ότι η γλώσσα των ελληνοφώνων δεν υπάρχει πουθενά γραμμένη, μεταδόθηκε μόνον διά ζώσης και επιβίωσε τους τελευταίους αιώνες εξ αιτίας της απομόνωσης των πληθυσμών αυτών.
Είδαμε πιο πάνω ότι το λατινικό αλφάβητο αντικατέστησε το ελληνικό. Σημαντικό ρόλο σ’ αυτό το θέμα έπαιξε η πόλη Ιέρακας (Gerace). Και αυτό γαιτί εδώ έπαιξε βασικό ρόλο ο Αθανάσιος Χαλκεόπουλος, στενός συνεργάτης του περιφήμου Έλληνα Καρδιναλίου Βησσαρίωνα, ο οποίος τον έστειλε στην Καλαβρία το 1457 για να διαπιστώσει σε ποια κατάσταση βρισκόταν ο ελληνικός κλήρος. Ο Χαλκεόπουλος, που υποστήριζε την φιλενωτική πολιτική του Βησσαρίωνος, όχι μόνον φρόντισε να περιγράψει μία κατάσταση «σε βαθιά παρακμή», αλλά το 1480, ως επίσκοπος Ιέρακος πλέον, θεώρησε καλό να καταργήσει το ελληνικό τυπικό υπέρ του λατινικού (ΕΔΓ τ. 2 (71) σελ. 159).
Στην Απουλία, στην περιοχή που ονομάζεται Salento τη λεγόμενη Grecia, υπάρχουν τα εξής ελληνόφωνα χωριά: Calimera, Castrigano dei Greci, Corigano d’Otranto, Martano, Martignano, Soleto, Sternalia, Zollino. Βρίσκονται όλα σε πεδινή και εύφορη περιοχή, επικοινωνούν δε μεταξύ τους και με τα μεγάλα αστικά κέντρα με καλό οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο.
Στην Καλαβρία, στην περιοχή που ονομάζεται Bovesia, τα ελληνόφωνα χωριά των λεγομένων Grecanici, όπου τον 19ον αιώνα κυριαρχούσε η ελληνική γλώσσα είναι: Bova, Gallicino, Roccaforte del Greco, Chorio di Rochudi, Candofuri. Στην παραλιακή κωμόπολη Bova Marina, που δημιουργήθηκε ως επί το πλείστον από την κάθοδο κατοίκων του χωριού Βοva, ιδρύθηκε και λειτουργεί σήμερα το Ινστιτούτο Ελληνοφώνων Σπουδών.
Θαυμαστό γεγονός στο πέρασμα των αιώνων είναι, ότι οι πληθυσμοί αυτών των περιοχών διατήρησαν το γλωσσικό τους ιδίωμα, που στην Καλαβρία ονομάζεται Grecanico και στην Απουλία Grico. Η γλώσσα των Ελληνοφώνων της Καλαβρίας και της Απουλίας είναι η Ελληνική. Για αιώνες μιλήθηκε, γράφτηκε, διδάχτηκε και επομένως εξελίχτηκε και έχει τη δική της ιστορική πορεία και διαδρομή.
Γράφει: Αθανάσιος Δέμος
Πηγή Π.Λ.