Εγκύκλιος με οδηγίες και διευκρινίσεις για την εφαρμογή του νέου Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας


8/2/2005
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ
Τηλ.: 210-3220924
Αθήνα 08 Φεβρουαρίου 2005
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Εγκύκλιο, με την οποία παρέχονται οδηγίες και διευκρινίσεις για την εφαρμογή του νέου Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας, υπέγραψε σήμερα Τρίτη, 8 Φεβρουαρίου, ο Υφυπουργός εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης κ. Αθανάσιος Νάκος.
Παραλήπτες της εγκυκλίου είναι οι Περιφέρειες και οι Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις της Χώρας, καθώς και οι Προξενικές Αρχές της Ελλάδας σε όλο τον κόσμο.
Ο νέος Κώδικας Ελληνικής Ιθαγένειας περιλαμβάνει ολόκληρη τη σχετική νομοθεσία και ρυθμίζει θέματα που αφορούν την κτήση, την απώλεια ή την ανάκτηση της Ελληνικής Ιθαγένειας, την απόδειξή της. Ακόμη, περιέχει σειρά μεταβατικών και τελικών διατάξεων οι οποίες καλύπτουν νομικές ασάφειες και κενά που είχαν διαπιστωθεί στο παρελθόν κατά την αντιμετώπιση αντίστοιχων ζητημάτων.
Το πλήρες κείμενο της εγκυκλίου έχει ως εξής:
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΔΗΜ. ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΔΙΟΙΚ.ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
Δ/ΝΣΗ ΑΣΤΙΚΗΣ & ΔΗM. ΚΑΤ/ΣΗΣ
Αθήνα, /12/2004
Αριθ. Πρωτ.: Φ.
Προς:
1.- Tις Περιφέρειες της Χώρας
- Δ/νσεις Αστικής Κατάστασης
και Αλλοδαπών και Μετανάστευσης
Στις έδρες τους
και στις έδρες των Νομών
2.- Τις Νομαρχιακές Αυτ/σεις
και τα Νομ/κά Διαμ/τα της Χώρας
3.- Τις Προξενικές Αρχές
C/O Υπ. Εξωτερικών
ΝΕΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΘΑΓΕΝΕΙΑΣ
Σας γνωρίζουμε ότι στο Φ.Ε.Κ. 217/10-11-2004 τεύχος Α΄ δημοσιεύθηκε και ισχύει από την ως άνω ημερομηνία δημοσίευσής του ο Ν. 3284/2004 «Περί κυρώσεως του Κώδικα της Ελληνικής Ιθαγένειας».
Με τον ανωτέρω νόμο κυρώθηκε ο Νέος Κώδικας Ελληνικής Ιθαγένειας που συντάχθηκε από Ειδική Επιτροπή η οποία συγκροτήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 22 εδάφ. δ΄ του Ν. 2503/1997 κατά τη προβλεπόμενη με το άρθρο 76 παρ. 6 του Συντάγματος, διαδικασία.
Με το νέο Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας κωδικοποιείται ολόκληρη η σχετική με την Ιθαγένεια νομοθεσία, επιχειρείται δε με την απάλειψη ή τροποποίηση ορισμένων διατάξεων καθώς και προσθήκη νέων να καλυφθούν νομικές ασάφειες και κενά που είχαν διαπιστωθεί κατά την αντιμετώπιση των αντίστοιχων θεμάτων και να προσαρμοστούν οι σχετικές ρυθμίσεις στις απαιτήσεις του σύγχρονου δημοκρατικού Κράτους Δικαίου.
Το παρόν κείμενο του Κώδικα περιλαμβάνει πέντε (5) κεφάλαια και συνολικά τριάντα πέντε (35) άρθρα.
Το πρώτο κεφάλαιο με τίτλο Κτήση της Ελληνικής Ιθαγένειας, περιλαμβάνει 15 άρθρα.
Το δεύτερο κεφάλαιο με τίτλο Απώλεια Ιθαγένειας, περιλαμβάνει 6 άρθρα.
Το τρίτο κεφάλαιο με τίτλο Ανάκτηση της Ελληνικής Ιθαγένειας περιλαμβάνει 3 άρθρα.
Το τέταρτο κεφάλαιο με τίτλο Αρμοδιότητες επί θεμάτων Ιθαγένειας και απόδειξη της Ελληνικής Ιθαγένειας, περιλαμβάνει 4 άρθρα.
Το πέμπτο κεφάλαιο με τίτλο Μεταβατικές και Τελικές Διατάξεις, περιλαμβάνει 7 άρθρα.
Με την παρούσα εγκύκλιο παρέχονται κατ΄ άρθρο οδηγίες και διευκρινήσεις προς ενημέρωσή σας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
«Κτήση της Ελληνικής Ιθαγένειας»
Ι. Με τη γέννηση
Άρθρο 1
Το άρθρο 1 του νέου Κώδικα επαναλαμβάνει ακριβώς το πρώτο άρθρο του παλαιότερου Κώδικα της Ελληνικής Ιθαγένειας όπως είχε τροποποιηθεί από το άρθρο 1 του Ν. 1438/1984, με τον οποίο και επήλθε η εφαρμογή στη πράξη της συνταγματικής επιταγής περί ισότητας των δύο φύλων.
Ως βασική αρχή κτήσης της Ελληνικής Ιθαγένειας παραμένει κατά τη διάταξη της παραγρ. 1 του παρόντος άρθρου, η αρχή του αίματος (Jus Sanguinis), σύμφωνα με την οποία κάθε άτομο που γεννιέται από Έλληνα πατέρα ή Ελληνίδα μητέρα αποκτά με τη γέννησή του την Ελληνική Ιθαγένεια. Δεδομένου δε ότι με τη διάταξη αυτή δεν τίθεται καμμία επιφύλαξη ως προς τη δυνατότητα συνύπαρξης της Ελληνικής Ιθαγένειας με άλλη Ιθαγένεια, δεν αποκλείεται η πιθανότητα το τέκνο από μικτό γάμο Έλληνα ή Ελληνίδας να αποκτά με τη γέννησή του και αλλοδαπή Ιθαγένεια, εφόσον αυτό επιτρέπεται από το δίκαιο της χώρας προέλευσης του αλλοδαπού γονέα.
Κατά τη διάταξη της παραγρ. 2 του άρθρου αυτού, σύμφωνα με την οποία Έλληνας γίνεται από τη γέννησή του και όποιος γεννιέται σε ελληνικό έδαφος ή είναι άγνωστης Ιθαγένειας, υιοθετείται επικουρικά η αρχή του εδάφους (Jus Soli) προκειμένου να περιοριστεί το φαινόμενο δημιουργίας ανιθαγενών ατόμων. Επισημαίνεται ότι, το γεννημένο σε ελληνικό έδαφος, τέκνο άγνωστης Ιθαγένειας, ενδέχεται να έχει γεννηθεί :
από γονείς χωρίς Ιθαγένεια (ανιθαγενείς ή απόλιδες ή απάτριδες)
από γονείς που έχουν αλλοδαπή Ιθαγένεια αλλά εξ’ αιτίας των κανόνων δικαίου της Ιθαγένειας της χώρας προέλευσής τους να μην επιτρέπεται στο τέκνο τους που γεννιέται σε ξένος έδαφος, εν προκειμένω το ελληνικό, να αποκτήσει την αλλοδαπή Ιθαγένεια των γονέων του.
από άγνωστους γονείς (έκθετα βρέφη)
ΙΙ. Με αναγνώριση
Άρθρο 2
Το άρθρο 2 επαναλαμβάνει τη ρύθμιση του άρθρου 2 του Ν. 1438/1984 που είχε αντικαταστήσει τα άρθρα 2 και 3 του παλαιότερου Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας, με μόνη διαφορά ότι η παρούσα διάταξη αναφέρεται σε αναγνώριση μόνο από τον Έλληνα με απάλειψη της αναφοράς σε αναγνώριση από την Ελληνίδα μητέρα που προφανώς εκ παραδρομής συμπεριλαμβανόταν στην αντιστοίχως ομοία προγενέστερη διάταξη, εφόσον η συγγένεια του τέκνου με τη μητέρα του συνάγεται από τη γέννησή του και δεν υπόκειται σε προσβολή.
Κρίσιμος χρόνος για τη πρόσδοση της Ελληνικής Ιθαγένειας στο αλλοδαπό τέκνο που γεννήθηκε χωρίς γάμο των γονέων του, κατά τη διάταξη αυτή, είναι η ημερομηνία αναγνώρισής του από τον πατέρα του που είναι προφανές ότι πρέπει να είναι Έλληνας κατά το χρόνο της αναγνώρισης, το δε τέκνο να είναι ανήλικο. Η Ελληνική δε ιθαγένεια στη περίπτωση αυτή προσδίδεται αυτοδίκαια στο αναγνωριζόμενο τέκνο και δεν απαιτείται η έκδοση διαπιστωτικής απόφασης του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας.
Σημειώνεται ότι η εγκυρότητα της πράξης αναγνώρισης ρυθμίζεται από τις διατάξεις των άρθρων 1473, 1475 (εκούσια αναγνώριση), 1479 (δικαστική αναγνώριση) του ισχύοντος Αστικού Κώδικα
.
ΙΙΙ. Με υιοθεσία
Άρθρο 3
Η διάταξη του άρθρου 3 επαναλαμβάνει τη ρύθμιση της πρώτης παραγράφου του άρθρου 27 του παλαιότερου Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας, όπως είχε τροποποιηθεί μεταγενέστερα, ορίζοντας όμως για πρώτη φορά ότι η Ελληνική Ιθαγένεια αποκτάται από αλλοδαπό που δεν έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του, εφόσον υιοθετηθεί όχι μόνο από Έλληνα αλλά και από Ελληνίδα.
Επισημαίνεται ότι η Ελληνική Ιθαγένεια, κατά τη παρούσα διάταξη, προσδίδεται, αυτοδίκαια στον υιοθετούμενο αλλοδαπό από την ημερομηνία κατά την οποία έχει καταστεί τελεσίδικος η περί υιοθεσίας σχετική δικαστική απόφαση, όπως αυτό προκύπτει από τη προσκόμιση του σχετικού πιστοποιητικού χωρίς να απαιτείται η έκδοση διαπιστωτικής απόφασης του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας
Η εγκυρότητα της πράξης της υιοθεσίας ρυθμίζεται από τη διάταξη του άρθρου 23 του Αστικού Κώδικα.
ΙV. Με κατάταξη στις ένοπλες δυνάμεις
Άρθρο 4
Οι διατάξεις του άρθρου 4 κωδικοποιούν τις μέχρι σήμερα υφιστάμενες διατάξεις των άρθρων 12 και 13 του παλαιότερου Κώδικα εισάγοντας νέα ρύθμιση με τη διάταξη της παραγρ. 5 σχετικά με τη δυνατότητα απόκτησης της Ελληνικής Ιθαγένειας από τα τέκνα των ομογενών αλλοδαπών που αποκτούν την Ελληνική Ιθαγένεια με τις διατάξεις της παραγρ. 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου .
Υπενθυμίζεται ότι με τη διάταξη της παραγρ. 1 που αναφέρεται στους ομογενείς αλλοδαπούς που εισάγονται στις στρατιωτικές σχολές καθώς και σ’ αυτούς που κατατάσσονται στις Ένοπλες Δυνάμεις ως εθελοντές σε καιρό ειρήνης η απόκτηση της Ελληνικής Ιθαγένειας επέρχεται από την ημερομηνία δόσης του στρατιωτικού όρκου που ισοδυναμεί με τον όρκο του Έλληνα πολίτη.
Σύμφωνα δε με τη διάταξη της παραγρ. 2 οι ομογενείς αλλοδαποί που κατατάσσονται στις Ένοπλες Δυνάμεις ως εθελοντές σε καιρό επιστράτευσης ή πολέμου δύνανται να αποκτήσουν την Ελληνική Ιθαγένεια εφόσον υποβάλουν σχετική δήλωση ενώπιον του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας και δώσουν τον σχετικό στρατιωτικό όρκο.
Ο δυνητικός χαρακτήρας της ανωτέρω διάταξης αναιρείται στη περίπτωση που άτομα της προαναφερόμενης κατηγορίας αποκτήσουν το βαθμό αξιωματικού μονίμου ή εφέδρου. Στη περίπτωση αυτή όπως προβλέπεται από τη διάταξη της παραγρ. 3 του παρόντος άρθρου, τα άτομα αυτά αποκτούν αυτοδίκαια την Ελληνική Ιθαγένεια από την ημερομηνία κτήσης αυτού του βαθμού.
Η αρχή της ενότητας της Ιθαγένειας γονέων και τέκνων υπαγόρευσε την ανάγκη θέσπισης της δυνητικής διάταξης της παραγρ. 5 σύμφωνα με την οποία τα τέκνα των ατόμων των προαφερόμενων κατηγοριών μπορούν να αποκτήσουν την Ελληνική Ιθαγένεια εάν εκδηλωθεί εκ μέρους του γονέα τους σχετικό ενδιαφέρον υποβάλλοντας προς τούτο αίτηση ενώπιον του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας εφόσον κατά τήν ημερομηνία υποβολής της αίτησης αυτής είναι ανήλικα και άγαμα. Η κτήση της Ελληνικής τους Ιθαγένειας διαπιστώνεται με απόφαση του Γεν. Γραμματέα της Περιφέρειας και επέρχεται από την ίδια ημερομηνία που απέκτησε την Ελληνική Ιθαγένεια και ο γονέας τους.
V. Με πολιτογράφηση
Άρθρο 5
Προϋποθέσεις πολιτογράφησης
Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 5 έχουν ληφθεί από το άρθρο 58 του Ν.2910/2001. Η δε παράγραφος 3 λήφθηκε από το άρθρο 8 παράγραφος 13 του Ν.3207/2003.
Με το άρθρο 5 παρ. 1 καθορίζονται οι προϋποθέσεις που απαιτούνται για την κτήση της ελληνικής ιθαγένειας και αφορούν τόσο τους ομογενείς αλλοδαπούς (Κύπριους, ομογενείς από την Αλβανία, ομογενείς από την Κωνσταντινούπολη, την Ίμβρο και την Τένεδο, άλλους Έλληνες της διασποράς κλπ.), όσο και τους αλλογενείς αλλοδαπούς. Οι προϋποθέσεις αυτές είναι:
1. ο αλλοδαπός να έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης πολιτογράφησης
2. να μην έχει καταδικασθεί για κάποιο από τα αδικήματα τα οποία περιγράφονται στην παρ.1 εδαφ.β του άρθρου 5
3. να μην έχει διαταχθεί η απέλασή του από τη χώρα
Στην παρ.2 του άρθρου 5, καθορίζονται επιπλέον προϋποθέσεις που αφορούν τους αλλογενείς αλλοδαπούς. Αυτές είναι οι ακόλουθες:
Ο αλλογενής αλλοδαπός, πρέπει να πληροί απαραίτητα και τις χρονικές προϋποθέσεις που προβλέπονται από την παρ. 2 εδαφ. α του ίδιου άρθρου, δηλαδή: να διαμένει νόμιμα στην Ελλάδα (κατοχή από μέρους του άδειας παραμονής ή άλλου ισοδύναμου εγγράφου) δέκα συνολικά έτη κατά την τελευταία δωδεκαετία πριν από την υποβολή της αίτησης πολιτογράφησης.
Εάν ο αλλοδαπός είναι αναγνωρισμένος πρόσφυγας ή ανιθαγενής αρκεί πενταετής διαμονή του στην Ελλάδα κατά την τελευταία δωδεκαετία πριν την υποβολή της αίτησης. Καίτοι δεν αναφέρεται ρητά στο νόμο, η διαμονή αυτή πρέπει να είναι και νόμιμη κατ΄ αντιστοιχία με ό,τι ισχύει και για τους υπόλοιπους αλλοδαπούς.
Με το νέο νόμο αλλάζουν οι προϋποθέσεις για τον αλλοδαπό που είναι σύζυγος Έλληνα ή Ελληνίδας και έχει αποκτήσει μαζί του τέκνο.
Εάν ο αλλοδαπός είναι σύζυγος Έλληνα ή Ελληνίδας και έχει αποκτήσει μαζί του/της τέκνο, πρέπει να διαμένει στην Ελλάδα τουλάχιστον επί μία τριετία.
Σημειώνεται ότι η νόμιμη τριετής αυτή διαμονή προσμετράται από την ημερομηνία τέλεσης του γάμου με Έλληνα ή Ελληνίδα, από τον οποίο γάμο έχει αποκτηθεί τέκνο.
Επισημαίνεται ότι: α) Έλληνας πολίτης είναι και αυτός που δεν έχει την Ελληνική ιθαγένεια από γεννήσεως, αλλά την απέκτησε είτε με πολιτογράφηση, είτε με απόφαση του Γ.Γρ. Περιφέρειας και β) στην ανωτέρω περίπτωση, τέκνο θεωρείται και το από κοινού υιοθετημένο τέκνο, καθώς και το υιοθετημένο από τον Έλληνα σύζυγο τέκνο του αλλοδαπού από προηγούμενο γάμο του, και αυτό που έχει αναγνωρισθεί.
Στον ανωτέρω κατά περίπτωση απαιτούμενο χρόνο (δεκαετία, πενταετία ή τριετία) δεν προσμετράται ο χρόνος που διήνυσε ο αλλοδαπός στην Ελλάδα ως διπλωματικός ή διοικητικός υπάλληλος ξένης χώρας. Αυτό διαπιστώνεται με ερώτηση για την ιδιότητά του στη Διεύθυνση Εθιμοτυπίας του Υπουργείου Εξωτερικών.
Η χρονική προϋπόθεση δεν απαιτείται για τον αλλοδαπό που γεννήθηκε και κατοικεί συνεχώς στην Ελλάδα.
Για τον σύζυγο Έλληνα διπλωματικού υπαλλήλου που υπηρετεί στο εξωτερικό, προσμετράται για τη συμπλήρωση του απαιτούμενου χρόνου και ο χρόνος παραμονής του στο εξωτερικό λόγω της υπηρεσίας του Έλληνα συζύγου του, αρκεί να έχει κατοικήσει οποτεδήποτε για χρονικό διάστημα ενός έτους στην Ελλάδα (για το προαναφερθέν χρονικό διάστημα, θα πρέπει να είναι απαραίτητα και κάτοχος νόμιμου τίτλου διαμονής).
Τέλος, οι αλλογενείς αλλοδαποί θα πρέπει να έχουν επαρκή γνώση της ελληνικής γλώσσας, της ελληνικής ιστορίας και γενικά του ελληνικού πολιτισμού. Η πλήρωση της προϋπόθεσης αυτής ελέγχεται από την Επιτροπή Πολιτογράφησης.
Επίσης στην παρούσα κωδικοποίηση συμπεριλήφθηκε και το άρθρο 8 παρ. 13 του Ν. 3207/2003 ως έχει. Σύμφωνα με αυτό, απαραίτητη χρονική προϋπόθεση για τους αθλητές Ολυμπιακών αθλημάτων, είναι να διαμένουν νόμιμα στην Ελλάδα, πέντε συνολικά έτη κατά την τελευταία δωδεκαετία πριν την υποβολή της αίτησης πολιτογράφησης.
Άρθρο 6
Δικαιολογητικά
Το άρθρο 6 έχει ληφθεί από το άρθρο 59 του Ν.2910/2001 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 21 παρ. 3 του Ν.3013/2003 και το άρθρο 8 παρ. 13 του Ν.3146/2003.
Στο άρθρο 6 περιγράφονται λεπτομερώς τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την πολιτογράφηση ομογενών και αλλογενών αλλοδαπών. Ιδιαίτερα τονίζεται ότι κάθε δήλωση ή αίτηση πολιτογράφησης, ανεξάρτητα από το εάν οι αιτούντες πληρούν τις προϋποθέσεις για την πολιτογράφησή τους είναι αποδεκτή. Ταυτόχρονα όμως θα πρέπει να ενημερώνονται απαραιτήτως οι ενδιαφερόμενοι, πριν υποβάλουν αίτημα πολιτογράφησης, για τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν ώστε να εξετασθεί το αίτημα τους.
Σύμφωνα με το άρθρο 6, ο αλλοδαπός (ομογενής ή αλλογενής) που επιθυμεί να πολιτογραφηθεί ως Έλληνας, υποβάλλει στο Δήμο ή την Κοινότητα του τόπου διαμονής του αίτηση πολιτογράφησης που απευθύνεται στον Υπουργό ΕΣ.Δ.Δ.Α.
Η αίτηση πρέπει να συμπληρώνεται από τον ίδιο τον αιτούντα, να είναι πλήρης, έτσι ώστε να παρέχει όσο το δυνατό περισσότερες πληροφορίες, να υπογράφεται από τον ίδιο και να αναφέρεται η χρονολογία σύνταξής της. Η αίτηση θα πρέπει να πρωτοκολλείται από το Δήμο ή την Κοινότητα.
Η αίτηση θα συνοδεύεται από:
α. Τη δήλωση πολιτογράφησης:
• Η δήλωση πολιτογράφησης πρέπει να γίνεται ενώπιον του Δημάρχου ή εξουσιοδοτημένου από αυτόν υπαλλήλου, παρουσία δύο Ελλήνων πολιτών ως μαρτύρων
• Στη δήλωση πρέπει να αναφέρονται οι αριθμοί των δελτίων αστυνομικής ταυτότητας των δύο μαρτύρων
• Πρέπει να σφραγίζεται κατάλληλα (στρογγυλή σφραγίδα)
• Πρέπει να κρατείται πάντα ένα αντίγραφο στο δήμο, καθώς και να πρωτοκολλείται κατάλληλα
• Πρέπει υποχρεωτικά να φέρει ημερομηνία, χρονολογία και αριθμό πρωτοκόλλου του βιβλίου δηλώσεων
β. Παράβολο:
Παράβολο ύψους 1.467,35 ευρώ. Το παράβολο θα προμηθεύονται οι αιτούντες
από το Δημόσιο Ταμείο.
Διατηρείται σε ισχύ το άρθρο 8, παρ. 5 του Ν. 3146/2003, σύμφωνα με το οποίο
το παράβολο που συνοδεύει νέες αιτήσεις για πολιτογράφηση, οι οποίες
υποβάλλονται ύστερα από την απόρριψη προηγούμενης αίτησης από τον
Υπουργό ΕΣ.Δ.Δ.Α., η οποία έχει κριθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος
νόμου, ή του Ν.2910/01, μειώνεται στο ήμισυ του αρχικού παραβόλου, και
ανέρχεται σε 733,67 ευρώ.
Σημειώνεται ότι οι ομογενείς δεν υποχρεούνται στην καταβολή παραβόλου.
γ. Αντίγραφο διαβατηρίου ή άλλου ταξιδιωτικού εγγράφου
δ. Επικυρωμένο αντίγραφο ισχύουσας άδειας διαμονής ή άλλου αποδεικτικού
εγγράφου νόμιμης παραμονής στη Ελλάδα (ειδικό δελτίο ταυτότητας ομογενούς,
δελτίο ταυτότητας ανιθαγενούς, δελτίο πολιτικού πρόσφυγα).
ε. Πιστοποιητικό γέννησης του ενδιαφερόμενου:
Επειδή είναι το σημαντικότερο έγγραφο από το οποίο αντλούμε στοιχεία για τον ενδιαφερόμενο, πρέπει τα πιστοποιητικά γέννησης που εκδίδονται από αλλοδαπές αρχές να είναι επικυρωμένα ως εξής.
Tα πιστοποιητικά που εκδίδονται στις χώρες που έχουν προσχωρήσει στη Σύμβαση της Χάγης, πρέπει να έχουν την επισημείωση της Σύμβασης της Χάγης ΑPPOSTILLE από την αρμόδια αλλοδαπή αρχή επί του πρωτοτύπου.
Τα πιστοποιητικά που εκδίδονται στις χώρες που δεν έχουν προσχωρήσει στη Σύμβαση της Χάγης, θα πρέπει να είναι επικυρωμένα από τις ελληνικές προξενικές αρχές στην αλλοδαπή ή από το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών. Η επικύρωση και σε αυτή την περίπτωση γίνεται στο πρωτότυπο και όχι σε φωτοτυπία.
Και στις δύο περιπτώσεις, εάν τα πιστοποιητικά είναι επικυρωμένα κατά τη διαδικασία που προαναφέρθηκε, γίνεται δεκτό νόμιμα επικυρωμένο φωτοαντίγραφό τους.
Τα πιστοποιητικά γέννησης θα πρέπει να είναι επίσημα μεταφρασμένα από τη μεταφραστική υπηρεσία του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών, ή την αντίστοιχη ελληνική προξενική αρχή της χώρας έκδοσης του πιστοποιητικού, ή από Έλληνα δικηγόρο, ή από πτυχιούχο μεταφραστή του τμήματος Ξένων Γλωσσών, Μετάφρασης και Διερμηνείας του Ιονίου Πανεπιστημίου. Πάντως σε καμιά
περίπτωση από μεταφραστικά γραφεία.
Σε περίπτωση που αποδεδειγμένα δεν υπάρχει δυνατότητα έκδοσης Πιστοποιητικού γεννήσεως από την αρμόδια αρχή, ο αλλοδαπός μπορεί να προσκομίσει πιστοποιητικό βαπτίσεώς του.
Εάν ο αλλοδαπός είναι πρόσφυγας και αδυνατεί να προσκομίσει πιστοποιητικό γέννησης ή βάπτισης, αρκεί η προσκόμιση της απόφασης του Υπουργού Δημόσιας Τάξης με την οποία αναγνωρίζεται ως πολιτικός πρόσφυγας.
στ. Επικυρωμένο αντίγραφο εκκαθαριστικού σημειώματος ή αντίγραφο Δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος του τελευταίου οικονομικού έτους.
Στην περίπτωση που ο αιτών δεν υποβάλλει δήλωση φορολογίας εισοδήματος θα πρέπει να καταθέσει στην υπηρεσία σας δήλωση φορολογίας του συζύγου του ή του γονέα του. Εάν δεν υπάρχουν ούτε τέτοιες δηλώσεις τότε θα πρέπει να υποβάλει Υπεύθυνη Δήλωση του Ν.1599/86, στην οποία θα αναγράφει ότι δεν υποβάλλει δήλωση στην Εφορία.
Στα απαραίτητα δικαιολογητικά, δεν συμπεριλαμβάνεται το σημείωμα δακτυλοσκόπησης.
Άρθρο 7
Διαδικασία Πολιτογράφησης
Η διαδικασία της πολιτογράφησης διαρθρώνεται σε στάδια. Το πρώτο, που έχει χαρακτήρα προελέγχου, γίνεται από τον οικείο Ο.Τ.Α.
Ο Ο.Τ.Α. λοιπόν, αφού εξετάσει την πληρότητα των δικαιολογητικών, τα διαβιβάζει υπηρεσιακώς μαζί με την αίτηση και τη δήλωση στην αρμόδια διεύθυνση της οικείας Περιφέρειας.
Στο δεύτερο στάδιο η αρμόδια διεύθυνση της Περιφέρειας, εξετάζει εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις των παρ. 1 εδαφ. α, και παρ. 2 εδαφ.α, ή παρ 3 του άρθρου 5, δηλ. εάν ο αιτών αλλοδαπός είναι ενήλικος και εάν συμπληρώνει τον απαιτούμενο χρόνο διαμονής στην Ελλάδα.
• Εάν προκύπτει ότι ο αιτών-αλλογενής αλλοδαπός γεννήθηκε στην Ελλάδα, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν κατοικεί συνεχώς στη χώρα, θα πρέπει να ζητηθούν:
Βεβαιώσεις φοίτησής του στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, τυχόν τίτλος/οι σπουδών του, βεβαίωση εργοδότη και ασφαλιστικού φορέα στην περίπτωση που εργάζεται.
• Εάν προκύπτει ότι ο αιτών είναι σύζυγος Έλληνα ή Ελληνίδας και έχει αποκτήσει τέκνο, θα πρέπει να ζητηθούν επιπλέον:
- Ληξιαρχική πράξη γάμου
- Πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης, πρόσφατης έκδοσης
- Σε περίπτωση που το τέκνο έχει γεννηθεί πριν το γάμο, και ληξιαρχική πράξη αναγνώρισης του τέκνου.
Εάν προκύπτει ότι ο αιτών είναι σύζυγος Έλληνα διπλωματικού υπαλλήλου, θα πρέπει να ζητηθεί εκτός από τα ανωτέρω, και έγγραφο του Ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών, από το οποίο θα προκύπτει η διπλωματική ιδιότητα του συζύγου, καθώς και ο χρόνος που αυτός υπηρετεί ως διπλωματικός υπάλληλος στο εξωτερικό.
Εάν ο αιτών επιθυμεί να υπαχθεί στις διατάξεις που αφορούν αθλητές Ολυμπιακών αθλημάτων, θα πρέπει επιπρόσθετα να προσκομίσει:
- Βεβαίωση της Εθνικής ομοσπονδίας του οικείου αθλήματος ότι έχει το δικαίωμα να αγωνιστεί στην αντίστοιχη εθνική ομάδα, σύμφωνα με τους διεθνείς κανονισμούς
- Εισήγηση της οικείας εθνικής ομοσπονδίας
- Σύμφωνη γνώμη της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής
Η πλήρωση των χρονικών προϋποθέσεων σε όλες τις περιπτώσεις (δεκαετία, πενταετία, τριετία ή ένα έτος) ελέγχεται με την προσκόμιση των διαβατηρίων. Εάν ο αλλοδαπός δεν μπορεί να προσκομίσει διαβατήρια, τότε θα ζητηθούν από αυτόν πρόσθετα στοιχεία όπως βιβλιάρια ενσήμων ή βεβαίωση του ασφαλιστικού του φορέα, από τα οποία θα προκύπτει ο χρόνος απασχόλησης-εργασίας του για το διάστημα που μας αφορά. Προκειμένου δε για αλλοδαπό που φοίτησε στην πρωτοβάθμια ή δευτεροβάθμια εκπαίδευση κατά το διάστημα που ερευνάται, οι βεβαιώσεις φοίτησής του αποτελούν αποδεικτικό για τον υπολογισμό του χρόνου παραμονής του στην Ελλάδα, για όσο διάστημα διαρκεί η φοίτηση.
Εάν ο αλλοδαπός είναι πολίτης κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ως εκ τούτου τα διαβατήριά του για ταξίδια εντός των ορίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν σφραγίζονται, για να ελεγχθεί η παραμονή του στη χώρα, στην περίπτωση που αυτός δεν εργάζεται, θα ζητηθεί Υπεύθυνη Δήλωση του Ν.1599/86 στην οποία θα αναγράφονται τα διαστήματα των τυχόν απουσιών του από την Ελλάδα. Η συνδρομή της ανωτέρω προϋπόθεσης εξετάζεται από την αρμόδια υπηρεσία της Περιφέρειας και αναφέρεται στο διαβιβαστικό έγγραφό της προς το ΥΠ.ΕΣ.Δ.Δ.Α.
Η νομιμότητα της παραμονής αποδεικνύεται με την κατοχή από τον αλλοδαπό, ή εφόσον αυτός για κάποιο από το ελεγχόμενο διάστημα ήταν ανήλικος από αυτόν που ασκεί τη γονική μέριμνα, της άδειας παραμονής, ή όποιου άλλου εγγράφου έχει ισοδύναμη με αυτή ισχύ (ειδικό δελτίο ταυτότητας ομογενούς, δελτίο ταυτότητας ανιθαγενούς, δελτίο πολιτικού πρόσφυγα).
Εάν αυτές οι προϋποθέσεις δεν πληρούνται, ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας απορρίπτει την αίτηση.
Από το νόμο δεν προβλέπεται επιστροφή του παραβόλου. Στις περιπτώσεις που οι αιτήσεις απορριφθούν από το Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας λόγω έλλειψης των παραπάνω τυπικών προϋποθέσεων, δεν απαιτείται η εκ νέου καταβολή του παραβόλου όταν ο αιτών επανέλθει με νέα αίτησή του.
Εάν ο αλλοδαπός δεν επιθυμεί τη συνέχιση της διαδικασίας πολιτογράφησής του, είναι απαραίτητο να υποβάλει στην αρμόδια υπηρεσία της Περιφέρειας υπεύθυνη δήλωση του Ν.1599/86 που θα δηλώνει ότι δεν επιθυμεί να πολιτογραφηθεί. Επίσης μπορεί με αίτησή του να ζητήσει να του επιστραφούν τα δικαιολογητικά που έχει καταθέσει, εκτός του παραβόλου, το οποίο δεν επιστρέφεται. Η παραίτηση του αλλοδαπού από το αίτημα πολιτογράφησης δεν συνεπάγεται την επιστροφή του παραβόλου, εφόσον η σχετική διαδικασία δεν ολοκληρώνεται, με υπαιτιότητα του αιτούντος. Το δε παράβολο αποτελεί αναγκαία τυπική προϋπόθεση για την υποβολή της σχετικής αίτησης.
Εάν από τον έλεγχο που θα διενεργηθεί κατά τον τρόπο που προαναφέρθηκε προκύψει ότι ο αλλοδαπός συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις των παρ. 1 εδαφ. α, και παρ. 2 εδαφ. α, ή της παρ 3 του άρθρου 5, τότε η υπηρεσία της Περιφέρειας απευθύνει ερώτημα στην αστυνομική αρχή του τόπου διαμονής του αλλοδαπού, προκειμένου αυτή να γνωμοδοτήσει για τυχόν στοιχεία που αφορούν στη δημόσια τάξη και ασφάλεια της χώρας.
Μόλις περιέλθει στην αρμόδια υπηρεσία της Περιφέρειας η απάντηση της αστυνομικής αρχής και ανεξάρτητα από το περιεχόμενό της (θετικό ή αρνητικό για τον αλλοδαπό), ζητούνται από τον αλλοδαπό τα ακόλουθα δικαιολογητικά:
1.-Πιστοποιητικό Ποινικού Μητρώου για δικαστική χρήση, που εκδίδεται από την Εισαγγελία Πρωτοδικών του τόπου γέννησης του αλλοδαπού εφόσον γεννήθηκε στην Ελλάδα, ή από το Ελληνικό Υπουργείο Δικαιοσύνης -Υπηρεσία Ποινικού Μητρώου (Μεσογείων 96 ,Αθήνα )- εάν γεννήθηκε στο εξωτερικό
2.-Πιστοποιητικό ότι δεν έχει εκδοθεί απόφαση για την απέλασή του που εκδίδεται από την υπηρεσία αλλοδαπών του τόπου κατοικίας του.
3.-Όσα ενδεχομένως, κατά περίπτωση, στοιχεία κρίνονται απαραίτητα, ή κρίνει ο αιτών χρήσιμα, για το σχηματισμό άποψης ως προς τη γνώση της γλώσσας, της ελληνικής ιστορίας και την προσωπικότητά του (αυτά μπορεί να είναι επί παραδείγματι πιστοποιητικό παρακολούθησης μαθημάτων εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας, η πιστοποιητικά φοίτησης σε ελληνικό σχολείο οποιασδήποτε βαθμίδας).
Στη συνέχεια ολόκληρος ο φάκελος, σε πρωτότυπη μορφή, διαβιβάζεται μαζί με τη γνώμη της αστυνομικής αρχής στη Διεύθυνση Αστικής και Δημοτικής Κατάστασης/Τμήμα Ιθαγένειας Β΄ του ΥΠ.ΕΣ.Δ.Δ.Α. (Σταδίου 31) για την περαιτέρω εξέταση της υπόθεσης.
Σημειώνεται ότι η παραπάνω ενέργεια πρέπει να γίνεται το συντομότερο δυνατό, έτσι ώστε τα πιστοποιητικά ποινικού μητρώου και μη απέλασης, τα οποία ως γνωστό είναι πιστοποιητικά που έχουν ορισμένη διάρκεια ισχύος, να μην έχουν εκδοθεί δύο ή και περισσότερους μήνες προγενέστερα, από τότε που θα περιέλθει ο φάκελος στο ΥΠ.ΕΣ.Δ.Δ.Α.
Επιπρόσθετα, είναι απαραίτητο να αναγράφεται στο διαβιβαστικό έγγραφο της αρμόδιας Περιφέρειας, εάν για τον ενδιαφερόμενο αλλοδαπό πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται από το νόμο ήτοι: α) η νόμιμη παραμονή, όπως τεκμαίρεται από τις άδειες διαμονής του και β) η συνολική παραμονή, όπως αποδεικνύεται από τον έλεγχο των σφραγίσεων επί των διαβατηρίων του ή από άλλα επίσημα στοιχεία, όπως αυτά αναφέρονται στην παρούσα.
Άρθρα 8 και 9
Απόφαση πολιτογράφησης και ορκωμοσία
Τα άρθρα 8 και 9 έχουν ληφθεί από τα άρθρα 61 και 62 του Ν.2910/2001. Η διοικητική διαδικασία της πολιτογράφησης τερματίζεται με την έκδοση σχετικής απόφασης του Υπουργού Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, περίληψη της οποίας δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης και την ορκωμοσία του πολιτογραφούμενου.
Μετά τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της Υπουργικής απόφασης για την αποδοχή του αιτήματος πολιτογράφησης, η αρμόδια υπηρεσία της οικείας Περιφέρειας, που ενημερώνεται από το Υπουργείο για την ολοκλήρωση της διαδικασίας της πολιτογράφησης, καλεί τον αλλοδαπό να δώσει τον όρκο του Έλληνα πολίτη μέσα σε αποκλειστική προθεσμία ενός έτους από τη δημοσίευση της απόφασης στο Φ.Ε.Κ.
Ο τύπος του όρκου περιγράφεται στο άρθρο 9 και δίδεται ενώπιον του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας. Για την ορκωμοσία συντάσσεται σχετικό πρωτόκολλο.
Μετά την ορκωμοσία του αλλοδαπού η αρμόδια διεύθυνση της Περιφέρειας αποστέλλει στο Υπουργείο αντίγραφο του πρακτικού ορκωμοσίας.
Τονίζεται ότι εάν δεν δοθεί ο όρκος εντός της ετήσιας αυτής προθεσμίας, η πολιτογράφηση δεν θεωρείται ότι έχει ολοκληρωθεί και ο αλλοδαπός δεν αποκτά την ελληνική ιθαγένεια. Το ίδιο συμβαίνει και εάν ο όρκος δοθεί μετά την παρέλευση του έτους, διότι η προθεσμία αυτή είναι αποκλειστική. Σε περίπτωση μη έγκαιρης ή εκπρόθεσμης ορκωμοσίας, η αρμόδια υπηρεσία της οικείας Περιφέρειας ενημερώνει αμέσως το ΥΠΕΣΔΔΑ, ώστε να ανακληθεί η πράξη της πολιτογράφησης.
Επισημαίνεται ότι επειδή τίθεται στον ενδιαφερόμενο αποκλειστική προθεσμία για να δώσει τον όρκο του Έλληνα πολίτη, η πρόσκληση για ορκωμοσία θα πρέπει να επιδίδεται στον ενδιαφερόμενο «επί αποδείξει», το δε αποδεικτικό επίδοσης να τίθεται στον οικείο φάκελο.
Άρθρο 10
Πολιτογράφηση ομογενών αλλοδαπών που διαμένουν στο εξωτερικό
Με το άρθρο 10 με το οποίο επαναλαμβάνονται κατά περιεχόμενο οι ρυθμίσεις του άρθρου 63 του Ν.2910/2001 προβλέπεται η διαδικασία πολιτογράφησης ομογενών που διαμένουν στο εξωτερικό.
Η αίτηση πολιτογράφησης ομογενών αλλοδαπών που διαμένουν στο εξωτερικό, υποβάλλεται στον Έλληνα Πρόξενο του τόπου κατοικίας τους.
Ο Πρόξενος συντάσσει σχετική έκθεση, η οποία αποτελεί το σημαντικότερο στοιχείο στο οποίο θα βασιστεί η κρίση επί του αιτήματος του ενδιαφερόμενου.
Στην εν λόγω έκθεση, πρέπει να περιλαμβάνονται απαραιτήτως αναλυτικά στοιχεία τα οποία θα τεκμηριώσουν την ιδιότητα του αιτούντος ως ομογενούς.
Ως προς τεκμηρίωση στοιχεία ομογενειακής ιδιότητας του αιτούντος αναφέρονται τα ακόλουθα :
• Η ελληνική εθνική συνείδηση η οποία αποτελεί και το κύριο κριτήριο
• Η εγγραφή του αιτούντος ή προγόνων του σε Προξενικά Μητρώα
• Η συμμετοχή του σε εθνικές εκδηλώσεις στην αλλοδαπή υπέρ της Ελλάδος, ή σε γενικότερου εθνικού ενδιαφέροντος θέματα
• Ο βαθμός γνώσης της Ελληνικής γλώσσας
• Η επαφή του με την Ελλάδα (επισκέψεις, ταξίδια)
• Η εγγραφή προγόνων σε Δήμο/ Κοινότητα του Ελληνικού κράτους
Εφόσον ο αιτών κρίνεται ως ομογενής με βάση τα όσα προαναφέρθηκαν, θα πρέπει να αναγράφεται στο κείμενο της εκθέσεως ο χαρακτηρισμός «Ομογενής».
Μαζί με την αίτηση και την έκθεση, θα πρέπει να υποβάλλονται και τα εξής:
α. Δήλωση πολιτογράφησης
Η Δήλωση, συντάσσεται ενώπιον του Προξένου, παρουσία δύο Ελλήνων πολιτών ως μαρτύρων, των οποίων τα ονοματεπωνυμικά στοιχεία καθώς και ο αριθμός του Δελτίου Αστυνομικής Ταυτότητας ή του ελληνικού διαβατηρίου τους, πρέπει να αναγράφονται στη Δήλωση.
Ως μάρτυρες μπορούν να παραστούν στη δήλωση και Έλληνες υπάλληλοι της Προξενικής Αρχής.
β. Αντίγραφο διαβατηρίου ή άλλου ταξιδιωτικού εγγράφου
γ. Πιστοποιητικό γέννησης ή σε περίπτωση ανυπαρξίας τούτου πιστοποιητικό βάπτισης
δ. Πιστοποιητικό ποινικού μητρώου των αλλοδαπών αρχών
Σχετικά με την επικύρωση των πιστοποιητικών που εκδίδονται από αλλοδαπές αρχές, θα πρέπει να εφαρμόζονται όσα αναφέρθηκαν στο άρθρο 6 της παρούσας εγκυκλίου.
Επισημαίνεται ότι αλλογενείς, σύζυγοι ομογενών ή Ελλήνων πολιτών, δεν έχουν δικαίωμα υποβολής αιτήματος πολιτογράφησης ως κάτοικοι εξωτερικού. Προκειμένου να εξετασθεί και να κριθεί αίτημα πολιτογράφησής τους, θα πρέπει να έχουν την κατοικία τους στην Ελλάδα.
Άρθρο 11
Κτήση ελληνικής ιθαγένειας από τέκνα πολιτογραφημένου
Το άρθρο 11 έχει ληφθεί από το άρθρο 5 του Ν.1438 /1984.
Σύμφωνα με το άρθρο αυτό τα τέκνα του αλλοδαπού ή της αλλοδαπής που πολιτογραφείται γίνονται Έλληνες, χωρίς άλλη διατύπωση, αν κατά την πολιτογράφηση είναι ανήλικα και άγαμα. Η απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας γίνεται από την ορκωμοσία του πατέρα ή της μητέρας, ανεξάρτητα αν τα τέκνα είναι ομογενή ή αλλογενή.
Άρθρο 12
Επιτροπή Πολιτογράφησης
Με το άρθρο αυτό επαναλαμβάνονται, κατά βάση, οι ρυθμίσεις του άρθρου 64 του Ν.2910/2001.
Ειδικότερα η σύσταση πενταμελούς επιτροπής αποβλέπει στη διακρίβωση της συνδρομής στο πρόσωπο του αιτούμενου την πολιτογράφηση, των στοιχείων που απαιτούνται κατά το άρθρο 7 παρ. 3, ήτοι της επαρκούς γνώσης της ελληνικής γλώσσας, ιστορίας και του ελληνικού πολιτισμού, κατόπιν συνέντευξης που πραγματοποιείται με τον αλλοδαπό.
Άρθρο 13
Τιμητική πολιτογράφηση
Η τιμητική πολιτογράφηση (σχετικά άρθρα 8 παρ. 2 του Ν.2130/1993 και 1 παρ. 1 του Ν. 2412/1996) συνυφαίνεται, αποκλειστικά με αλλοδαπούς που έχουν προσφέρει εξαιρετικές υπηρεσίες προς τη χώρα ή των οποίων η πολιτογράφηση υπαγορεύεται από λόγους δημοσίου συμφέροντος. Για την ανωτέρω πολιτογράφηση δεν απαιτείται να συντρέχουν οι προϋποθέσεις της προηγούμενης για ορισμένο χρόνο διαμονής στη χώρα (άρθρο 5 παρ. 2), ούτε εφαρμόζονται οι διατάξεις οι σχετικές με τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και την ακολουθητέα για την πολιτογράφηση διαδικασία, (άρθρα 6 και 7).
VI. Ειδικές περιπτώσεις κτήσης Ιθαγένειας
Άρθρο 14
Το άρθρο 14 αποτελεί κωδικοποίηση των μέχρι σήμερα υφιστάμενων διατάξεων των παράγρ. 6 και 7 και 10 του άρθρου 69 του Ν. 2910/2001, όπως η
τελευταία παράγραφος προστέθηκε με την παράγραφο 5 εδ. α΄ του άρθρου 25 του Ν. 3013/2002.
Οι διατάξεις των παραγρ. 1 και 2 αναφέρονται στις ρυθμίσεις που είχαν εισαχθεί με τις διατάξεις του Ν. 2910/2001 άρθρου 69 παραγρ. 6 και 7 με τις οποίες :
τα παιδιά Ελληνίδας που γεννήθηκαν πριν από την 8-5-19841 από νόμιμο γάμο της με αλλοδαπό και είχαν αποκτήσει ένεκα τούτου την Ιθαγένεια του αλλοδαπού πατέρα τους καθώς και
τα παιδιά Έλληνα που γεννήθηκαν πριν από την 16-7-19822 από γάμο ανυπόστατο με αλλοδαπή
γίνονται Έλληνες αν δηλώσουν – οποτεδήποτε – τη σχετική τους βούληση στην αρμόδια Ελληνική Προξενική Αρχή εφόσον διαμένουν στο εξωτερικό ή στον αρμόδιο Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας εφόσον κατοικούν στην Ελλάδα.
Κατά τις διατάξεις δε των παραγράφων 3 και 4 του ιδίου άρθρου, τα πρόσωπα που ανήκουν στις προαναφερόμενες περιπτώσεις αποκτούν την Ελληνική Ιθαγένεια με απόφαση που εκδίδει ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας στην οποία και συμπεριλαμβάνονται και τα τέκνα τους εφόσον κατά την ημερομηνία υποβολής της δήλωσής τους είναι ανήλικα και άγαμα.
Η κτήση δε της Ελληνικής τους Ιθαγένειας επέρχεται από την ημερομηνία υποβολής της δήλωσης και όχι από την ημερομηνία έκδοσης της σχετικής απόφασης του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας.
Επισημαίνουμε το δυνητικό χαρακτήρα των προαναφερόμενων διατάξεων των παραγρ. 1 και 2 σύμφωνα με τις οποίες ο νομοθέτης παρέχει τη δυνατότητα κτήσης της Ελληνικής Ιθαγένειας σε όσα ενδιαφερόμενα πρόσωπα αυτών των κατηγοριών θελήσουν να εκδηλώσουν παρόμοια βούληση, χωρίς να τα υποχρεώνει στη περίπτωση που εκπληρώνουν τις προϋποθέσεις του νόμου, να πράξουν σχετικά.
Αντιθέτως, εφόσον κατά την ημερομηνία υποβολής της δήλωσής τους, κατά τα προαναφερθέντα, οι ενδιαφερόμενοι έχουν ανήλικα και άγαμα τέκνα, αυτά
υποχρεωτικά αποκτούν την Ελληνική Ιθαγένεια από την ίδια με τον γονέα τους
Σημείωση: 1. ημερομηνία έναρξης ισχύος του Ν. 1438/1984.
2. ημερομηνία έναρξης ισχύος του Ν. 1250/1982 κατά την οποία αναγνωρίστηκαν αναδρομικά ως ισχυροί οι ανυπόστατοι πολιτικοί γάμοι, αναγνωριζομένων ως γνησίων των τέκνων αυτών του Έλληνα πατέρα, χωρίς όμως να επέρχεται μεταβολή στην Ιθαγένειά τους.
ημερομηνία από το χρόνο δηλαδή υποβολής της δήλωσης εκ μέρους του γονέα, παραγγέλλεται δε η εγγραφή αυτών όπως και του γονέα στα δημοτολόγια και Μ.Α., με σχετική κοινοποίηση προς τις αρμόδιες για την εγγραφή αρχές, της διαπιστωτικής πράξης του Γεν. Γραμματέα της Περιφέρειας.
Ως νομική βάση κτήσης της Ε.Ι. στη περίπτωση αυτή, θα αναγράφεται το άρθρο 14 παράγρ. 4 του παρόντος Κ.Ε.Ι.
Άρθρο 15
Με τις διατάξεις του άρθρου 15 κωδικοποιούνται οι διατάξεις του άρθρου 1 του Ν. 2790/2000 και των παρ. 1,2,3,4,5 και 7 του άρθρου 76 του Ν. 2910/2001 που αναφέρονται στον ειδικό τρόπο κτήσης της Ελληνικής Ιθαγένειας από τους ομογενείς από χώρες της πρώην Σοβιετικής ένωσης με την προϋπόθεση ότι είναι ενήλικοι και ότι δεν μπορεί να διαπιστωθεί η Ελληνική τους Ιθαγένεια με βάση τις διατάξεις των συνθηκών Λωζάνης και Άγκυρας.
Την Ελληνική Ιθαγένεια αποκτά ο ομογενής με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και εκδίδεται μόνο εφόσον ο ομογενής δεν έχει καταδικαστεί τελεσίδικα για τα αδικήματα που μνημονεύονται στη σχετική με την διαδικασία της πολιτογράφησης διάταξης της παραγρ. 1 εδ. β΄ του άρθρου 5 του παρόντος, κατά ανάλογη δηλαδή ρύθμιση.
Η διερεύνηση για τη διαπίστωση της ιδιότητας του ομογενούς γίνεται σε δύο στάδια. Σε πρώτο στάδιο ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει την αίτησή του στο Προξενείο της Χώρας διαμονής του, στο οποίο λειτουργεί Τριμελής Επιτροπή με Πρόεδρο τον Πρόξενο, ενώπιον της οποίας καλείται σε συνέντευξη προσκομίζοντας οποιαδήποτε στοιχεία προς διακρίβωση της ομογενειακής του ιδιότητας τα οποία και θα συνεκτιμηθούν από την εν λόγω Επιτροπή.
Σε δεύτερο στάδιο μετά τη διαβίβαση του φακέλλου της υπόθεσης του αιτούντος μαζί με τη Προξενική γνωμοδότηση στην οικεία Περιφέρεια ακολουθεί πρόσθετη γνωμοδότηση των Ειδικών Επιτροπών που ήδη λειτουργούν σε επίπεδο Περιφέρειας και έχουν συγκροτηθεί με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας & Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημ. Διοίκησης και Αποκ/σης, Εξωτερικών & Δημόσιας Τάξης. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και ύστερα από πρόταση των συναρμοδίων Υπουργείων, ορίζονται τα μέλη των εν λόγω Επιτροπών. Οι επιτροπές αυτές γνωμοδοτούν λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία του φακέλου που διαβίβασε το Προξενείο, και την γνώμη της τριμελούς Προξενικής Επιτροπής χωρίς την αυτοπρόσωπη εμφάνιση του αιτούντος.
Μετά την ολοκλήρωση της προαναφερθείσας διαδικασίας εκδίδεται απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας περίληψη της οποίας δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, γίνεται δε σχετική ανακοίνωση στην αρμόδια Προξενική αρχή προκειμένου να δώσει ο ενδιαφερόμενος ενώπιον αυτής τον όρκο του Έλληνα πολίτη, εφόσον ο αιτών συνεχίζει να βρίσκεται εγκατεστημένος σε χώρα της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, ενώ αν έχει ήδη έλθει και διαμένει στην Ελλάδα, η ορκωμοσία πραγματοποιείται στην Υπηρεσία της Περιφέρειας.
Η Ελληνική Ιθαγένεια δηλαδή αποκτάται από τον ομογενή από την ημερομηνία της ορκωμοσίας του κατά το προαναφερθέντα, που πραγματοποιείται εντός της αποκλειστικής προθεσμίας του ενός έτους. Εάν ο ενδιαφερόμενος δεν παρουσιαστεί μέσα στο χρονικό αυτό διάστημα προς ορκωμοσία δεν αποκτά την Ε.Ι.
Τα ανήλικα και άγαμα τέκνα του ομογενούς και μόνο αυτά γίνονται Έλληνες πολίτες από την ημερομηνία ορκωμοσίας του γονέα τους που ανακοινώνεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας. Με την ίδια απόφαση παραγγέλλεται προς τον αρμόδιο Νομάρχη η εγγραφή του γονέα στα Μ.Α. και δημοτολόγια της Χώρας, συμπεριλαμβανομένης και της εντολής για τη δική τους εγγραφή.
Εφιστούμε την προσοχή των αρμοδίων αρχών αναφορικά με την αναγραφή των σχετικών ονοματεπωνυμικών στοιχείων να είναι ταυτόσημα με εκείνα που καταγράφονται στην αρχική απόφαση του Γεν. Γραμματέα της Περιφέρειας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
«Απώλεια Ιθαγένειας»
I. Λόγω κτήσης αλλοδαπής Ιθαγένειας
Άρθρο 16
Το άρθρο 16 του Ν. 3284/10-11-2004 έχει ληφθεί εξ΄ ολοκλήρου από το άρθρο 14 του προϊσχύσαντος ΚΕΙ (Ν.Δ 3370/55).
Στο εν λόγω άρθρο δεν επήλθε καμιά μεταβολή πέραν της γλωσσικής προσαρμογής του στην δημοτική γλώσσα.
Στην παρ. 1 αυτού αναφέρεται στην αποβολή της Ελληνικής Ιθαγένειας μετά από κτήση αλλοδαπής Ιθαγένειας, η οποία κτήση επέρχεται σύμφωνα με τους νόμους της αλλοδαπής πολιτείας, η οποία απαιτεί την προηγούμενη αποβολή της Ελληνικής. Αυτή η τακτική εφαρμόζεται από κάποιες πολιτείες, όπως οι Μπαχάμες, κάποια κρατίδια της Γερμανίας, η Αυστρία, κ.λ.π. Η απώλεια της Ελληνικής Ιθαγένειας, στη περίπτωση που χορηγείται η σχετική άδεια, επέρχεται μόνο μετά τη διατήρηση της αλλοδαπής Ιθαγένειας.
Η δεύτερη παράγραφος του αυτού άρθρου, αφορά τους κατόχους διπλής ιθαγένειας, εκ των οποίων η μία είναι Ελληνική και οι οποίοι ζητούν την αποβολή της για διάφορους λόγους ο καθένας. Αφορά κυρίως Έλληνες των οποίων η επαγγελματική εξέλιξη και η εν γένει διαβίωσή τους στην αλλοδαπή παρακωλύεται σοβαρά από την κτήση της Ελληνικής Ιθαγένειας.
Στις περιπτώσεις που γίνει αποδεκτή η αίτηση για αποβολή της Ελληνικής Ιθαγένειας, η αποβολή επέρχεται από την αποδοχή της αίτησης.
Στην τρίτη παράγραφο του αυτού άρθρου, καθορίζονται οι προϋποθέσεις και η ακολουθητέα διαδικασία. Και στις δύο περιπτώσεις (χορήγηση αδείας κτήσης αλλοδαπής ιθαγένειας και χορήγηση άδειας αποβολής της Ελληνικής Ιθαγένειας), αποφαίνεται ο Υπουργός Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, μετά από γνώμη του Συμβουλίου Ιθαγένειας.
Η γνώμη του Συμβουλίου Ιθαγένειας, στην προκειμένη περίπτωση ως απλή γνώμη δεν είναι δεσμευτική για τον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.
Τόσο στην περίπτωση χορήγησης άδειας, όσο και στην περίπτωση αποδοχής της αίτησης για αποβολή Ελληνικής Ιθαγένειας, ο αιτών δεν πρέπει να υπέχει ή να καθυστερεί στρατιωτική υποχρέωση ή έχει ασκηθεί εις βάρος του ποινική δίωξη για κακούργημα ή πλημμέλημα.
II. Λόγω εκπτώσεως
Άρθρο 17
Το άρθρο 17 του Ν. 3284/10-11-2004 έχει ληφθεί από το άρθρο 20 του Ν.Δ 3370/55.
Αφορά την πιο σοβαρή περίπτωση απώλειας της Ελληνικής Ιθαγένειας και μάλιστα για πράξεις που συνδέονται άμεσα με τα εθνικά μας συμφέροντα. Στο άρθρο αυτό, έχουν επέλθει σοβαρές μεταβολές. Κατ΄ αρχάς απαλείφθηκε η παράγραφος 4 του άρθρου 20 του προϊσχύοντος ΚΕΙ. που είχε προστεθεί με τη παράγρ. 3 του άρθρου 7 του Α.Ν. 481/68 και αφορούσε στην έκπτωση από την Ελληνική Ιθαγένεια για πράξεις που τελέσθηκαν οποτεδήποτε στο παρελθόν. Το περιεχόμενο της εν λόγω διάταξης κρίθηκε μη συμβατό με τις σύγχρονες αντιλήψεις και την έννοια του Κράτους Δικαίου.
Επίσης στο Νέο Κώδικα δεν περιελήφθηκε το εδάφιο α΄ της πρώτης παραγράφου του άρθρου 20 του Ν.Δ 3370/55 το οποίο αφορούσε στην έκπτωση από την Ελληνική Ιθαγένεια όποιου κατά παράβαση του άρθρου 14 (σημερινού άρθρου 16), απέκτησε με τη βούλησή του αλλοδαπή Ιθαγένεια. Επρόκειτο για άρθρο που είχε, ουσιαστικά, περιέλθει σε αχρησία.
Για την έκπτωση από την Ελληνική Ιθαγένεια πριν από την έκδοση της απόφασης του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης απαιτείται σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου Ιθαγενείας, η οποία μάλιστα πρέπει απαραίτητα να είναι αιτιολογημένη.
III. Λόγω δήλωσης αποποίησης
Άρθρο 18
Το άρθρο 18 του Ν. 3284/10-11-2004 έχει ληφθεί εξ΄ ολοκλήρου από το άρθρο 69 παρ. 9 του Ν. 2910/2001 και αναφέρεται στην αποποίηση της Ελληνικής Ιθαγένειας.
Το άρθρο αυτό θεσπίστηκε πρόσφατα, καλύπτει το κενό που υπήρχε στην ελληνική νομοθεσία περί Ιθαγένειας, συνάδει με τις σύγχρονες αντιλήψεις για σεβασμό στην ατομικότητα και προσωπικότητα του πολίτη.
Οι προϋποθέσεις εφαρμογής του είναι οι εξής :
Ο Έλληνας πολίτης να είναι απαραίτητα κάτοικος του εξωτερικού.
Να είναι ενήλικας.
Να δηλώνει εγγράφως ότι δεν τον συνδέει κανένας δεσμός με την Ελλάδα.
Η υποβολή σχετικής δήλωσης στον Έλληνα Πρόξενο του τόπου κατοικίας του και αίτησή του στον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.
Η αποδοχή της αίτησης από τον Υπουργό ΕΣΔΔΑ γίνεται μετά από σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου Ιθαγενείας και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Η απώλεια της Ελληνικής Ιθαγένειας, ανατρέχει στον χρόνο υποβολής της αίτησης.
Σε κάθε περίπτωση παρά το γεγονός ότι δεν ορίζεται ρητά στο νόμο, η διαβίβαση της δήλωσης και της αίτησης αποποίησης της Ελληνικής Ιθαγένειας στον ΥΠΕΣΔΔΑ σκόπιμο είναι, για τη διαμόρφωση της σύμφωνης γνώμης του Συμβουλίου Ιθαγενείας, να συνοδεύεται από έγγραφο της αρμόδιας Ελληνικής Προξενικής Αρχής, στο οποίο θα διατυπώνονται οι απόψεις της επί της υποβληθείσης δηλώσεως.
IV. Απώλεια της Ελληνικής Ιθαγένειας τέκνων πολιτογραφηθέντων Ελλήνων
Άρθρο 19
Έχει ληφθεί από το άρθρο 5 του Ν. 1438/84, και προβλέπει την δυνατότητα αποβολής της Ελληνικής Ιθαγένειας των τέκνων πολιτογραφηθέντων Ελλήνων, τα οποία απέκτησαν την Ελληνική Ιθαγένεια με το άρθρο 11 επειδή κατά την ημερομηνία ορκωμοσίας του πολιτογραφηθέντος γονέα τους ήταν ανήλικα.
Με την παρ. 2 ορίζεται ρητά ότι αρμόδιο όργανο για την έκδοση της απόφασης για την αποβολή της Ελληνικής Ιθαγένειας είναι ο Υπουργός Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.
Πρόκειται για διακεκριμένη κατηγορία πολιτών και για λόγους σεβασμού στην προσωπικότητά τους, θεσπίστηκε η δέσμια υποχρέωση του Υπουργού Εσωτερικών ,Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης να αποδεχθεί την αίτησή τους.
Οι προϋποθέσεις εφαρμογής του συγκεκριμένου άρθρου είναι οι εξής :
• Ο αιτών να είναι αλλογενής.
• Να διατηρεί την Ιθαγένεια που είχε κατά την πολιτογράφηση του γονέα του.
• Υποβολή της σχετικής δήλωσης στον Δήμαρχο ή στον Πρόεδρο της Κοινότητας ή στην Ελληνική Προξενική Αρχή του τόπου κατοικίας ή διαμονής τους μέσα σε ρητή προθεσμία ενός έτους από την ενηλικίωσή τους.
Για την αποβολή της Ελληνικής Ιθαγένειας, εκδίδεται απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως
V. Λόγω υιοθεσίας από αλλοδαπό
Άρθρο 20
Έχει ληφθεί από το άρθρο 27 παρ. 2 του Ν. 3370/55. Αφορά ανήλικους Έλληνες υπηκόους υιοθετηθέντες από αλλοδαπούς.
Ο υιοθετούμενος με την υιοθεσία αποκόπτεται από την φυσική του οικογένεια και η αστική του κατάσταση διαμορφώνεται στο πλαίσιο της νέας του θετής οικογένειας. Ως εκ τούτου, θεωρείται φυσικό να παραμείνει η δυνατότητα του αλλοδαπού γονέα να ζητήσει με αίτησή του την απώλεια της Ελληνικής Ιθαγένειας του θετού τέκνου του, το οποίο ο Αστικός Κώδικας εξομοιώνει με τέκνο γεννημένο σε γάμο.
Προϋποθέσεις εφαρμογής του συγκεκριμένου άρθρου είναι οι εξής :
• Ο υιοθετούμενος Έλληνας υπήκοος να είναι ανήλικος.
• Να έχει αποκτήσει την Ιθαγένεια του αλλοδαπού θετού γονέα.
• Να μην υπέχει ή να μην καθυστερεί στρατιωτική υποχρέωση.
• Να μην διώκεται για κακούργημα ή πλημμέλημα.
Για την αποβολή της Ελληνικής Ιθαγένειας απαιτείται απλή γνώμη του Συμβουλίου Ιθαγένειας και εν συνεχεία έκδοση απόφασης από τον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.
Η υποχρέωση του Υπουργού δεν είναι δέσμια, αλλά αποδέχεται ή απορρίπτει την σχετική αίτηση μετά από ουσιαστική εκτίμηση των ειδικών συνθηκών της κάθε περίπτωσης.
VI. Απώλεια με δήλωση λόγω γάμου με Έλληνα
Άρθρο 21
Το άρθρο αυτό έχει ληφθεί από το άρθρο 69 παρ. 5 του Ν. 2910/2001 και αποτελεί κατά βάση επαναφορά του άρθρου 7 παρ. 1 του Ν. 1438/84 χωρίς να τίθεται χρονικός περιορισμός στην ημερομηνία υποβολής της σχετικής δήλωσης περί αποβολής της Ελληνικής Ιθαγένειας.
Προβλέπει την δυνατότητα αποβολής της Ελληνικής Ιθαγένειας της αλλοδαπής που απέκτησε την Ελληνική Ιθαγένεια κατά το παρελθόν (πριν την τροποποίηση του ΚΕΙ με το Ν. 1438/84) λόγω γάμου με Έλληνα (άρθρο 21 Α.Ν έτους 1856 ή άρθρο 4 του Ν.Δ 3370/55) με μόνη την δήλωση της σχετικής βούλησής της και με μοναδική προϋπόθεση να διατηρεί κάποια άλλη Ιθαγένεια και όχι κατ΄ ανάγκη όπως όριζε η προϊσχύουσα διάταξη, την Ιθαγένεια που είχε πριν την τέλεση του γάμου της.
Διευκρινίζεται επίσης ότι η αρμοδιότητα για την έκδοση της σχετικής Διοικητικής Πράξης ανήκει στον Γενικό Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
Ανάκτηση της Ελληνικής Ιθαγένειας
Άρθρο 22
Το άρθρο αυτό έχει ληφθεί εξ΄ ολοκλήρου από το άρθρο 69 παρ. 4 του Ν. 2910/2001 το οποίο επαναλάμβανε την διάταξη του άρθρου 7 παρ. 2 του Ν. 1438/84
καταργώντας μόνο το μεταβατικό της χαρακτήρα, χωρίς αυτή τη φορά να τίθενται χρονικοί περιορισμοί σε ότι αφορά την ημερομηνία υποβολής της δήλωσης ανάκτησης της Ελληνικής Ιθαγένειας την οποία απώλεσε λόγω γάμου με αλλοδαπό πριν την ημερομηνία τροποποίησης του Ν.Δ 3370/55 με το Ν. 1438/84.
Οι Ελληνίδες αυτές έχουν την δυνατότητα με την υποβολή σχετικής δήλωσης στον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας ή στην Ελληνική Προξενική Αρχή του τόπου κατοικίας τους να αποκτήσουν την Ελληνική Ιθαγένεια.
Πρόκειται για άρθρο εύχρηστο, λειτουργικό, συμβατό με τις σύγχρονες αντιλήψεις περί Δικαίου και ιδιαίτερα με την αρχή της ισότητας ανδρών και γυναικών (άρθρο 4, παρ. 2 του Συντάγματος).
Διευκρινίζεται ότι αρμόδιο όργανο για την έκδοση της σχετικής διαπιστωτικής πράξης είναι ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας.
Η ανάκτηση της Ελληνικής Ιθαγένειας ανατρέχει στην ημερομηνία υποβολής της δήλωσης. Είναι αυτονόητο ότι κατά το ενδιάμεσο διάστημα οι έννομες σχέσεις των εμπιπτόντων στην αναφερόμενη διάταξη, ρυθμίζονται αποκλειστικά από το αλλοδαπό δίκαιο.
Άρθρο 23
Αποτελεί επανάληψη του άρθρου 69 παρ. 11 του Ν. 2910/2001, όπως προστέθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 25 του Ν. 3013/2002.
Αφορά τα τέκνα Ελληνίδας που απέκτησαν από την γέννησή τους την Ελληνική Ιθαγένεια την οποία εν συνεχεία απώλεσαν λόγω νομιμοποίησης ή αναγνώρισης, από τον αλλοδαπό πατέρα τους.
Η διάταξη αυτή κρίθηκε αναγκαία για λόγους ίσης μεταχείρισης όλων των τέκνων που γεννήθηκαν πριν την ισχύ του Ν. 1438/84 με τον οποίο καταργήθηκε το άρθρο 18 του Ν.Δ 3370/55 βάσει του οποίου τα ανωτέρω τέκνα έχαναν την Ελληνική Ιθαγένεια.
Με το εδ. β΄ του άρθρου αυτού, ο νομοθέτης μεριμνά για τα ανήλικα και άγαμα τέκνα αυτών που ανακτούν την Ελληνική Ιθαγένεια σύμφωνα με το άρθρο αυτό, τα οποία με τη σειρά τους αποκτούν την Ελληνική Ιθαγένεια από την ημερομηνία της υποβολής της δήλωσης του γονέα τους, στον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας.
Με τη διάταξη του προαναφερόμενου εδαφίου ευθυγραμμίζεται η ρύθμιση του άρθρου αυτού με εκείνες των άρθρων 11 και 14 παρ. 4 του παρόντος Κώδικα και τα ανήλικα τέκνα αυτών που αποκτούν την Ελληνική Ιθαγένεια με οποιοδήποτε τρόπο αντιμετωπίζονται ισότιμα.
Άρθρο 24
Με τη διάταξη αυτού του άρθρου που αποτελεί προσθήκη νέας διάταξης, καθίσταται σαφές ότι η αρμοδιότητα για τη διαπίστωση της ανάκτησης της Ελληνικής Ιθαγένειας, κατά προαναφερόμενα, ανήκει στον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας, που εκδίδει σχετική προς τούτο απόφαση.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
Αρμοδιότητα επί θεμάτων Ιθαγενείας και απόδειξη της
Ελληνικής Ιθαγένειας
Άρθρο 25
Αρμόδια όργανα
Το άρθρο 25 του Ν. 3284/10-11-2004 έχει ληφθεί από το άρθρο 24 του ΚΕΙ και την παρ. 3 του άρθρου 69 του Ν. 2910/2001.
Η πρώτη παράγραφος αποτελεί επανάληψη του άρθρου 24 του Ν.Δ 3370/55 και ορίζει ότι όλα τα θέματα Ιθαγένειας, υπάγονται στην αρμοδιότητα του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.
Η δεύτερη παράγραφος αποτελεί μεταφορά της παρ. 3 του άρθρου 69 του Ν. 2910/2001 και προβλέπει ότι ο Γενικός Γραμματέας είναι το αρμόδιο όργανο που διαπιστώνει με απόφασή του την Ελληνική Ιθαγένεια των προσώπων που ζητούν να καθορισθεί η Ιθαγένειά τους, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις.
Άρθρο 26
Δικαιοδοσία επί αμφισβητήσεων Ιθαγένειας
Έχει ληφθεί από το ταυτάριθμο άρθρο του προϊσχύοντος ΚΕΙ (Ν.Δ 3370/55) και ορίζει ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης είναι αποκλειστικά αρμόδιος να αποφαίνεται για κάθε περίπτωση αμφισβήτησης της Ελληνικής Ιθαγένειας, μετά από αιτιολογημένη σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου Ιθαγενείας. Η απόφασή του δημοσιεύεται στο φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως και κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο.
Αμφισβήτηση Ιθαγένειας υπάρχει όταν:
(α) Γεννάται αμφιβολία εάν ένα πρόσωπο έχει ή όχι την Ελληνική Ιθαγένεια.
(β) Δεν τίθεται αμφιβολία ως προς την Ελληνική Ιθαγένεια ενός προσώπου αλλά γεννάται αμφιβολία ως προς τη νομική βάση κτήσης αυτής.
(γ) Είναι δεδομένο ότι ένα άτομο δεν έχει την Ελληνική Ιθαγένεια αλλά υπάρχει αμφιβολία εάν έχει την Ιθαγένεια της Α΄ και Β΄ πολιτείας ή είναι άνευ Ιθαγένειας.
Σύμφωνα με το άρθρο 29 του Α.Κ «Η απόκτηση και η απώλεια από ένα πρόσωπο της Ιθαγένειας μιας Πολιτείας, ρυθμίζεται από το δίκαιο της Πολιτείας αυτής»
Αίτημα επίλυσης ζητήματος αμφισβήτησης Ελληνικής Ιθαγένειας, μπορεί να τεθεί είτε από τα ενδιαφερόμενα άτομα, είτε από άτομα που έχουν έννομο συμφέρον να επιλυθεί το θέμα Ιθαγενείας κάποιου άλλου, είτε ακόμη και από δημόσιες υπηρεσίες, εφόσον έχουν λόγο να διευκρινίσουν την αστική κατάσταση του συναλλασσόμενου με αυτές και να βεβαιωθούν για το ποιο δίκαιο είναι κάθε φορά εφαρμοστέο.
Για την επίλυση θέματος αμφισβήτησης Ιθαγενείας απαιτείται έκδοση απόφασης από τον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης μετά από αιτιολογημένη σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου Ιθαγενείας σε αντίθεση με την ανάλογη διάταξη του προϊσχύοντος ΚΕΙ που απαιτούσε αιτιολογημένη απόφαση του ΥΠ.ΕΣ.
Η Υπουργική Απόφαση για να ολοκληρωθεί σαν εκτελεστή διοικητική πράξη, πρέπει κατά τα οριζόμενα ρητά στο εν λόγω άρθρο να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κοινοποιηθεί στον ενδιαφερόμενο κατά τα οριζόμενα στον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας.
Άρθρο 27
Πιστοποιητικά Ελληνικής Ιθαγένειας
Το άρθρο αυτό έχει ληφθεί από το άρθρο 25 του προϊσχύοντος ΚΕΙ και προβλέπει ότι ο Δήμαρχος ή ο Πρόεδρος της Κοινότητας είναι αρμόδιοι για την έκδοση πιστοποιητικών Ιθαγενείας των δημοτών βάσει του δημοτολογίου.
Τα πιστοποιητικά αυτά στα οποία αναγράφεται απαραίτητα η νομική βάση κτήσης της Ελληνικής Ιθαγένειας, αποτελούν και απόδειξη της Ελληνικής Ιθαγένειας.
Ως πιστοποιητικά Ιθαγένειας εννοούνται τα πιστοποιητικά εγγραφής σε μητρώα αρρένων και δημοτολόγια, είτε ενός μέλους μιας οικογένειας ατομικά, είτε ολόκληρης της οικογένειας (πιστοποιητικό γέννησης και πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης αντίστοιχα).
Τα πιστοποιητικά αυτά, πέραν των άλλων στοιχείων που αναφέρουν όπως ονοματεπώνυμο, πατρώνυμο, μητρώνυμο, πατρικό επώνυμο μητέρας, τόπο και ημερομηνία γέννησης, αναγράφουν απαραίτητα και την σχετική διάταξη του εκάστοτε ισχύοντος νόμου περί Ιθαγένειας, βάσει της οποίας αποκτήθηκε η Ελληνική Ιθαγένεια.
Η εγγραφή ενός ατόμου σε δημοτολόγια, αποτελεί και απόδειξη της Ελληνικής Ιθαγένειας, σύμφωνα επίσης και με το άρθρο 6 παρ. 1 του Ν.Δ 497/91 Κώδικα διαταγμάτων για τα δημοτολόγια. Επιπλέον κατά το άρθρο 1 παρ. 1 του Ν. 2119/93 για την κύρωση Κώδικα διατάξεων «περί μητρώων αρρένων», «σε κάθε Δήμο ή Κοινότητα του Κράτους, τηρείται ειδικό βιβλίο που ονομάζεται μητρώο αρρένων και στο οποίο είναι γραμμένοι οι άρρενες, Έλληνες υπήκοοι».
Το πιστοποιητικό Ιθαγενείας, αποτελεί μαχητό τεκμήριο κτήσης της Ελληνικής Ιθαγένειας ήτοι μέχρι να αποδειχθεί το αντίθετο, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου.
Η εγγραφή επομένως σε μητρώα αρρένων και δημοτολόγια, Δήμου ή Κοινότητας της Χώρας, αποτελεί μαχητό τεκμήριο απόδειξης της Ελληνικής Ιθαγένειας και τούτο διότι πολλές φορές έχουν γίνει λάθος εγγραφές σε μητρώα αρρένων και δημοτολόγια. Τα λάθη αυτά αφορούν είτε τους ίδιους τους εγγεγραμμένους, είτε τους ανιόντες τους. Εξυπακούεται ότι αν ανακληθεί η Ελληνική Ιθαγένεια του Έλληνα γονέα ή αποδειχθεί ότι η εγγραφή του υπήρξε λανθασμένη, η ανάκληση της Ελληνικής του Ιθαγένειας συμπαρασύρει και την Ελληνική Ιθαγένεια των κατιόντων του.
Άρθρο 28
Συμβούλιο Ιθαγένειας
Το Συμβούλιο Ιθαγένειας συστήθηκε και υπάχθηκε αρχικά στο Υπουργείο Εξωτερικών σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν. 3138/24. Αργότερα η αρμοδιότητα επί θεμάτων Ιθαγενείας υπάχθηκε στο ΥΠ.ΕΣ. βάσει του άρθρου 37 παρ. 3 του Ν. 4952/31 «περί οργανώσεως Κεντρικής Πρεσβευτικής και Προξενικής υπηρεσίας του επί των Εξωτερικών Υπουργείου»
Το Συμβούλιο Ιθαγενείας όμως συνέχισε να λειτουργεί στο ΥΠ.ΕΞ μέχρι και το έτος 1938 όταν το άρθρο 19 του Α.Ν 1488/38 «περί οργανώσεως των Διοικητικών υπηρεσιών του Υπουργείου Εσωτερικών» προέβλεψε την λειτουργία του Συμβουλίου Ιθαγενείας στο Υπουργείο Εσωτερικών.
Η σύνθεση και η λειτουργία του προβλέπεται από το άρθρο 53 του Π.Δ 49/88 που αφορά στον Οργανισμό του ΥΠ.ΕΣ σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 2 του Ν. 2993/2002.
Το Συμβούλιο Ιθαγένειας είναι συλλογικό όργανο και γνωμοδοτεί για θέματα απώλειας, ανάκτησης και αμφισβήτησης της Ελληνικής Ιθαγένειας.
Με το παρόν άρθρο καθορίζεται η σύνθεσή του η οποία είναι 6μελής και στο οποίο προεδρεύει ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.
Αντιμετωπίζεται από πλευράς επιστημονικής ή πολιτικής ιδιότητας των μελών του ως όργανο αυξημένου κύρους με τον σεβασμό και την σοβαρότητα που απορρέει από την 80ετή συνεχή ιστορία του αλλά και από τον τρόπο που έχει επιτελέσει μέχρι σήμερα τον ρόλο του.
Πράγματι, από της ιδρύσεώς του και ως σήμερα, το Συμβούλιο Ιθαγένειας έχει πραγματοποιήσει 2034 συνεδριάσεις, έχει επιλύσει σοβαρά θέματα Ιθαγένειας, η δε νομολογία που έχει δημιουργήσει αποτελεί την αξιολογότερη και πληρέστερη πηγή στην οποία μπορεί να ανατρέξει ο μελετητής και εφαρμοστής των θεμάτων Ιθαγενείας.
Από όσα προαναφέραμε, στις περιπτώσεις των άρθρων 17, 18 και 26 του παρόντος Κώδικα, απαιτείται σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου Ιθαγενείας και άρα δεσμευτική για τον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, υπό την έννοια, ότι ή θα την αποδεχθεί ως είναι διατυπωμένη ή άλλως θα απόσχει της έκδοσης της σχετικής απόφασης.
Στις δε περιπτώσεις των άρθρων 16 και 20 του παρόντος Κώδικα απαιτείται απλή, άρα μη δεσμευτική, για τον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης γνώμη του Συμβουλίου Ιθαγενείας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
Μεταβατικές και Τελικές Διατάξεις
Άρθρο 29
Το άρθρο 29 του Ν. 3284/10-11-2004 αποτελεί επανάληψη του άρθρου 26 δις του προϊσχύσαντος ΚΕΙ.
Σύμφωνα με το παρόν άρθρο «όπου στη νομοθεσία γίνεται χρήση του όρου «αλλοδαπός» ως αλλοδαπός θεωρείται, εφόσον δεν προκύπτει το αντίθετο και ο ανιθαγενής».
Ανάλογη διάταξη είχε συμπεριληφθεί και στο άρθρο 1 παρ. 1 εδ. α του Ν. 1975/91 «για την είσοδο-έξοδο, παραμονή, εργασία, απέλαση αλλοδαπών προσφύγων», καθώς και στο άρθρο 1 εδ. α του Ν. 2910/2001.
Σημειώνεται ότι ο Έλληνας νομοθέτης είναι πάντα ευαίσθητος σε θέματα ανιθαγενείας, το κράτος μας δε έχει υπογράψει Διεθνείς Συμβάσεις για την καταπολέμηση της ανιθαγενείας, όπως τη Διεθνή Σύμβαση του ΟΗΕ (Ν. Υόρκη 1954) που κυρώθηκε με το Ν. 139/1975.
Για τους ανιθαγενείς που κατοικούν στη Χώρα μας, σύμφωνα με το άρθρο 30 του Αστικού Κώδικα δεδομένου ότι στερούνται Ιθαγενείας, στη θέση του Δικαίου Ιθαγένειας, εφόσον δεν καθιερώνεται με νόμο άλλη ρύθμιση, εφαρμόζεται το δίκαιο της συνήθους διαμονής και αν δεν υφίσταται συνήθης διαμονή, το δίκαιο της απλής διαμονής. Κατά συνέπεια σε όλο το πλέγμα των εννόμων σχέσεών τους εφαρμόζεται το ημεδαπό δίκαιο, με εξαίρεση τις σχέσεις του με τους Έλληνες πολίτες όπου αντιμετωπίζονται σαν αλλοδαποί.
Άρθρο 30
Το άρθρο 30 του ισχύοντος ΚΕΙ αναφέρει ότι «ο γάμος δεν έχει ως συνέπεια την κτήση ή απώλεια της Ελληνικής Ιθαγένειας».
Αποτελεί επανάληψη του άρθρου 6 του Ν. 1438/84. Σημειώνουμε ότι σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 2 του Συντάγματος του 1975 «οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις».
Ο Έλληνας νομοθέτης και στον ισχύοντα Κώδικα με την εν λόγω ρητή και απόλυτη διάταξή του αποκαθιστά την ανεξαρτησία της έγγαμης γυναίκας, από πλευράς δικαίου Ιθαγενείας, χωρίς καμιά εξαίρεση ή απόκλιση από την αρχή αυτή.
Άρθρο 31
Το παρόν άρθρο ορίζει ρητά ότι οι προθεσμίες του άρθρου 4 του Ν. 2690/1999 (Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας) όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί υπό την ισχύ του Ν. 3242/2004, δεν ισχύουν για υποθέσεις που αφορούν κτήση, αναγνώριση, απώλεια και ανάκτηση της Ελληνικής Ιθαγένειας. Αποτελεί επανάληψη του άρθρου 5 του Ν. 2130/93.
Η αναγκαιότητα της ρύθμισης αυτής είναι φανερή και επιβεβλημένη.
Πράγματι, ο χρόνος που απαιτείται για έρευνα και για την συγκέντρωση όλων των στοιχείων που απαιτούνται για την επίλυση ενός θέματος Ιθαγένειας, είναι όχι μόνο αρκετός, αλλά πολλές φορές και μη προσδιορίσιμος.
Είναι εύλογο, ότι για απλά θέματα Ιθαγένειας, όταν δεν απαιτείται έρευνα και τα δικαιολογητικά είναι στη διάθεση του υπαλλήλου, οι ενέργειες της Διοίκησης θα είναι άμεσες, ο πολίτης θα ενημερώνεται έγκαιρα και δεν θα γίνεται κατάχρηση της εν λόγω διάταξης.
Άρθρο 32
Το άρθρο 32 του Ν. 3284/10-11-2004 αναφέρει τα εξής :
Με Προεδρικά Διατάγματα καθορίζονται :
1. α) Τα σχετικά με την απόδειξη των λόγων έκπτωσης της Ελληνικής Ιθαγένειας κατά τις διατάξεις του άρθρου 17 και η αντίστοιχη διαδικασία.
β) Κάθε αναγκαία για την εκτέλεση αυτού του Κώδικα λεπτομέρεια.
2. Προϋφιστάμενα διατάγματα εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι την έκδοση των διαταγμάτων της προηγούμενης παραγράφου, εφόσον το περιεχόμενό τους δεν αντιβαίνει στις διατάξεις του παρόντος.
Άρθρο 33
Για λόγους ασφάλειας δικαίου και κατ΄ εφαρμογή της βασικής αρχής του Διοικητικού Δικαίου περί της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη στο Κράτος, κρίθηκε σκόπιμο ότι οι «εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του Κώδικα αυτού αιτήσεις πολιτογράφησης που συνοδεύονται από τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά, εξετάζονται σύμφωνα με τις προϊσχύουσες διατάξεις».
Δεδομένου ότι ο νέος Κώδικας Ελληνικής Ιθαγένειας, ισχύει από την ημέρα δημοσίευσής του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (10-11-04) και για να αποφευχθεί αιφνιδιασμός των ενδιαφερομένων από τις νεώτερες ρυθμίσεις, κυρίως της διάταξης του άρθρου 5 παρ. 2, κρίθηκε επιβεβλημένη η προσθήκη του εν λόγω άρθρου.
Άρθρο 34
Καταργούμενες διατάξεις
Με το νέο Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας, καταργείται το Ν.Δ 3370/55 όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε μεταγενέστερα, καθώς και κάθε άλλη διάταξη της
ισχύουσας νομοθεσίας, η οποία είτε είναι αντίθετη με τις διατάξεις του Κώδικα αυτού, είτε αφορά σε θέμα που ρυθμίζεται από αυτόν.
Στο νέο Κώδικα δεν συμπεριλαμβάνονται τα εξής άρθρα του Ν.Δ 3370/55 :
1.- Το άρθρο 28 του Ν.Δ 3370/55
Το άρθρο αυτό που αφορούσε στην ισχύ των περί Ιθαγενείας διατάξεων των Διεθνών Συμβάσεων κρίθηκε περιττό, δεδομένου ότι το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, προβλέπει ρητά ότι οι Διεθνείς Συμβάσεις, από την επικύρωσή τους με νόμο, υπερισχύουν κάθε άλλης αντίθετης διάταξης νόμου.
2.- Το άρθρο 29 του Ν.Δ 3370/55, που αναφέρεται στην ανάκτηση της Ελληνικής Ιθαγένειας από ομογενείς που την απώλεσαν με το άρθρο 23 του Αστικού Νόμου, έτους 1856 (πριν το έτος 1914), κρίθηκε επίσης περιττό, αφού είναι αδύνατον να βρίσκονται σε ζωή ομογενείς, που απώλεσαν την Ελληνική Ιθαγένεια πριν 90 και πλέον έτη.
3.- Το άρθρο 32 δις του Ν.Δ 3370/55 με το οποίο αναγνωρίζονταν ως έλληνες πολίτες οι εγγεγραμμένοι στα Προξενικά μητρώα της Τουρκίας και της Ενωμένης Αραβικής Δημοκρατίας, μέχρι του έτους 1947 ως Έλληνες πολίτες και αναγνωρίζονταν με αυτή τους την ιδιότητα από τις εκεί Αρχές, μέχρι τις 4-8-1968.
Το άρθρο αυτό, είχε προστεθεί στο Ν.Δ 3370/55 με το άρθρο 11 του Α.Ν 481/68.
Οι λόγοι που οδήγησαν στην κατάργησή του είναι οι εξής :
• Η έρευνα περί εγγραφής στα Προξενικά μητρώα και η διερεύνησή του αν τα εν λόγω άτομα αναγνωρίζονταν από τις επιχώριες Αρχές, ως Έλληνες πολίτες είναι χρονοβόρα και πολλές φορές αναποτελεσματική.
• Η μη σωστή συντήρηση και καταστροφή που έχει επιφέρει ο χρόνος στα Προξενικά μητρώα που τηρούνται από τα Προξενικά γραφεία της Ελλάδος στις εν λόγω χώρες, οι αποσπασματικές εγγραφές, η κατάχρηση κάποιων από τα Προξενικά γραφεία που λειτουργούσαν παλαιότερα (π.χ. Προξενείο της Ελλάδος στο Πόρτ Σάϊδ) επιτείνουν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι αρμόδιες υπηρεσίες στην αναζήτηση τέτοιων στοιχείων.
• Η σύγχυση που επικρατεί στην διοίκηση για το νομικό καθεστώς που ίσχυσε στις εν λόγω χώρες, μετά την κατάργηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και έως ότου καταστούν κυρίαρχα και ανεξάρτητα κράτη. Το ιδιότυπο καθεστώς των διεθνών εντολών στο οποίο είχαν υπαχθεί, παρουσίαζε διαβάθμιση και μάλιστα οι μορφές αυτών των εντολών διέφεραν ως προς το πεδίο εφαρμογής τους και ως προς το εντολοδόχο κράτος.
Οι ομογενείς που διαμένουν στο εξωτερικό, κατά συνέπεια και όσοι
διαμένουν στην Τουρκία, την Αίγυπτο, το Λίβανο, την Συρία, την Ιορδανία,
το Ισραήλ, έχουν την δυνατότητα να αποκτήσουν την Ελληνική Ιθαγένεια με
πολύ πιο απλές διαδικασίες και σε συντομότερο χρόνο, σύμφωνα με τις
διατάξεις του άρθρου 10 του παρόντος ΚΕΙ.
Άρθρο 35
Διατηρούμενες διατάξεις
Με το άρθρο αυτό διατηρούνται σε ισχύ οι εξής διατάξεις :
1.- Το άρθρο 40 του Ν. 1832/1989
Με το άρθρο 40 του Ν. 1832/89 υπήρξε πρόβλεψη για τα παιδιά που γεννήθηκαν από γάμο Έλληνα με αλλοδαπή ο οποίος κατέστη υποστατός με την παρ. 1 του άρθρου 7 του Ν. 1250/82. Τα παιδιά αυτά εφόσον είχαν γραφτεί σε μητρώα αρρένων και δημοτολόγια, το μεσοδιάστημα 16-7-1982 έως 8-5-1984, με νομική βάση κτήσης της Ελληνικής Ιθαγένειας το άρθρο 1 εδ. α του ΚΕΙ ή το άρθρο 14 εδ. α του Αστικού Νόμου, έτους 1856 (λόγω γέννησης από υποστατό γάμο Έλληνα πατέρα) θεωρήθηκαν ότι απέκτησαν την Ελληνική Ιθαγένεια, από την ημερομηνία εγγραφής τους σε μητρώα αρρένων και δημοτολόγια.
Με το αυτό άρθρο, υπήρξε πρόβλεψη και για τις συζύγους Ελλήνων υπηκόων, οι οποίοι τέλεσαν γάμο που κατέστη υποστατός με τις διατάξεις του άρθρου 7 του Ν. 1250/82 και οι οποίες γράφτηκαν σε δημοτολόγια το μεσοδιάστημα 16-7-1982 έως 8-5-1984, με νομική βάση κτήσης της Ελληνικής τους Ιθαγένειας το άρθρο 4 του ΚΕΙ ή το άρθρο 21 Αστικού Νόμου έτους 1856, (λόγω γάμου με Έλληνα υπήκοο). Τα άτομα αυτά θεωρούνται ότι απέκτησαν την Ελληνική Ιθαγένεια, από την ημερομηνία εγγραφής τους στα δημοτολόγια.
2.- Η διάταξη της παρ. 11 του άρθρου 1 του Ν. 2790/2000 το οποίο αφορά στην απόκτηση Ελληνικής Ιθαγένειας από ομογενείς προερχόμενους από χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, κατοίκους των χωρών αυτών ή της Ελλάδας, και οι οποίοι είναι ήδη κάτοχοι Ειδικού Δελτίου Ταυτότητας Ομογενούς ( ΕΔΤΟ) .
Σημειώνεται ότι τα πρόσωπα αυτής της κατηγορίας εφόσον κατέχουν Ειδικό Δελτίο Ταυτότητας Ομογενούς, έχουν κριθεί δηλαδή ως ομογενείς, κατά την προβλεπόμενη από τον νόμο διαδικασία και υποβάλλουν μεταγενέστερα αίτημα κτήσης της Ελληνικής Ιθαγένειας, τότε στη περίπτωση αυτή η σχετική απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας εκδίδεται χωρίς να προηγηθεί εκ νέου κρίση της Ειδικής Επιτροπής η οποία και έχει ήδη αποφανθεί για την ομογενειακή τους ιδιότητα κατά τη διαδικασία χορήγησης σ’ αυτούς του ΕΔΤΟ. Η απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας εκδίδεται εφόσον φυσικά δεν συντρέχει η προϋπόθεση του εδαφ. β΄ της παραγρ. 1του άρθρου 5 του παρόντος κώδικα. Αυτονόητο είναι ότι η ως άνω απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας πρέπει να κοινοποιείται στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης προκειμένου αυτή να μεριμνήσει για την άμεση ανάκληση της σχετικής απόφασης «περί χορήγησης ΕΔΤΟ»
3.- Οι διατάξεις των άρθρων 59 παρ. 1 περίπτωση β του Ν. 2910/2001 και 8 παρ. 5 του Ν. 3146/2003 που αφορούν στον προσδιορισμό του ύψους του παραβόλου για την πολιτογράφηση.
4.- Η διάταξη της παρ. 6 του άρθρου 76 του Ν. 2910/2001 η οποία αφορά στην απόκτηση της Ελληνικής Ιθαγένειας, ή του ΕΔΤΟ από ομογενείς προερχόμενους από την πρώην ΕΣΣΔ οι οποίοι έχουν αφιχθεί στην Χώρα μας, πριν τις 2-5-2001 καθώς και από γονείς ή τέκνα ομογενών που έχουν ήδη αποκτήσει Ελληνική Ιθαγένεια ή ΕΔΤΟ και οι οποίοι έρχονται οποτεδήποτε στην χώρα μας.
Οι πιο πάνω διατάξεις, επειδή περιέχουν ένα ειδικό ρυθμιστικό πεδίο, κρίθηκε σκόπιμο, να μην συμπεριληφθούν στο σώμα του παρόντος Κώδικα, που επιλαμβάνεται αποκλειστικά θεμάτων Ιθαγένειας.
Τέλος, ο Κώδικας ολοκληρώνεται με τη ρητή αναφορά ότι η ισχύς του, αρχίζει από την δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.
Οι Περιφέρειες παρακαλούνται να μεριμνήσουν για την κοινοποίηση της παρούσας εγκυκλίου στους Δήμους και τις Κοινότητες του χώρου ευθύνης τους.
Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΑΘΑΝ. ΝΑΚΟΣ
ΑΠΟ ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ