Οι αλβανο-ελληνικές σχέσεις στα 100 χρόνια του αλβανικού κράτους, Οι πολιτικές του Βενιζέλου, Ζώγου και Ενβέρ Χότζα
Σώμα του μπλοκ, 16/10/2014 - 10:30
- Ο τίτλος του μπλοκ όπως εμφανίζεται στο χρήστη.
Το μπλοκ %name διαγράφηκε.Σύντομη περιγραφή του μπλοκ σας. Χρησιμοποιείται στη σελίδα επισκόπησης των μπλοκ.
Συνέντευξη του Παναγιώτη Μπάρκα στο αλβανικό ιστολόγιο με τη μεγαλύτερη ακροαματικότητα στην Αλβανία ResPublika. http://respublica.al/artikuj/2014/10/12/intervistamarredheniet-shqiptaro...
Δημοσιεύεται υπό τον τίτλο: Οι αλβανο-ελληνικές σχέσεις στα 100 χρόνια του αλβανικού κράτους, Οι πολιτικές του Βενιζέλου, Ζώγου και Ενβέρ Χότζα.
«Η προσέγγιση της Αλβανίας με την Ελλάδα εμποδίζεται από ξένους παράγοντες» και λέει αλήθειες που δεν έχουν ειπωθεί ποτέ υπέρ της Ελλάδας. Καυτά θέματα είναι ο ρόλος της Τουρκίας στην προώθηση του αλβανικού στοιχείου στην Ήπειρο, οι αρβανίτες Έλληνες και όχι Αλβανοί, η ελληνικότητα της Ηπείρου, το θέμα της Αυτονομίας, το ανύπαρκτο τσάμικο, η Χιμάρα, οι αφομοιωτικές πολιτικές κατά του ελληνισμού της Βορείου Ηπείρου κλπ.
Στον εισαγωγικό του λόγο ο δημοσιογράφος που πήρε τη συνέντευξη, Skerdilajd Zaimi αναφέρει « Η ακόλουθη συνέντευξη με τον Δρ Παναγιώτη Μπάρκα, πρώην βουλευτή στην Αλβανική Βουλή, δημοσιογράφο και καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Αργυροκάστρου, προσεγγίζει τους βασικούς σταθμούς των αλβανο-ελληνικών σχέσεων από την δημιουργία του Αλβανικού κράτους. Ασφαλώς, στην ανάπτυξη των απαντήσεων επικαλούνται και προγενέστερα ιστορικά επιχειρήματα, αλλά στην ουσία, η συνέντευξη επιμένει στην ιδέα για να μεταφέρει μια εικόνα από το σύνολο της αλβανο-ελληνικής πραγματικότητας. Είναι αναμενόμενο ότι οι απόψεις και θέσεις του κυρίου Μπάρκα να μη ταυτίζονται με τις θέσεις της αλβανικής ιστοριογραφίας, αλλά αυτές έχουν την αξία τους, διότι μεταφέρουν διαφορετική προσέγγιση, χωρίς την υποβάθμιση των ιστορικών γεγονότων.
Αποχτάει ιδιαίτερη σημασία η οπτική γωνία «του άλλου», διότι, όπως παρατηρείται, οι δημόσιες θέσεις κυριαρχούνται από απόψεις, ή πολιτικά δόγματα, που κυκλοφορούν χειραγωγημένα. Αυτό δηλώνει και τη σχετική ανεπάρκεια μιας πραγματικής κουλτούρας, του ανοίγματος, η οποία σε κάθε περίπτωση θα εξάλειφε τις προσπάθειες, συχνά κωμικές της πολιτικής, προς επιβεβαίωση μερικών αληθειών που διαψεύδονται καθημερινά από τις ανθρώπινες σχέσεις. Και αυτό ισχύει για τις δύο πλευρές.»
Η συνέντευξη αναρτήθηκε στο ιστολόγιο ResPublika στις 12 Οκτωβρίου 2014 και η ώρα 22:16. Μέχρι τις 16.10.2014, αποτέλεσε το top news της ιστοσελίδας με αριθμό ρεκόρ επισκέψεων που ξεπερνούσαν τις 735.
Ακολουθεί η συνέντευξη:
Ερώτηση1: ΚΜπάρκαηίδρυσητηςπολιτικήςΑλβανίαςτο1912, αποτελείκαιμιανέαπορείασυμβίωσηςμεταξύτων ΑλβανώνκαιτωνμελώντηςελληνικήςμειονότηταςστοΝότοτηςχώρας. Πώς θα περιγράφατε σύντομα την εμπειρία αυτή;
Απάντηση: Τα πολιτικά σύνορα γα τα οποία μιλάτε έφεραν στο προσκήνιο ένα νέο στοιχείο στην πολιτική ιστορία σ’ αυτό το μέρος της Ηπείρου. Την διχοτόμηση για πρώτη φορά σε δύο διοικητικές μονάδες σε διαφορετικά κράτη, που συνοδεύτηκε και με την πρώτη διεθνική σύγκρουση. Υπό το έννοια αυτή η μακρά ιστορική διεθνική, διαπολιτισμική και διαθρησκευτική συμβίωση στην περιοχή αυτή κατάρρευσε υπό την επίδραση του νέου πολιτικού παράγοντα,- του κράτους.Απότηστιγμήαυτήκαλλιεργούνταιδύοκαθοριστικάεπίπεδατωνσχέσεωναυτών. Τοπολιτικόκαιανθρώπινο. Το επίπεδο ανθρώπινων σχέσεων διατήρησε σχεδόν την ίδια πορεία ειρηνικής συμβίωσης. Το πολιτικό επίπεδο σχέσεων με την ελληνική εθνική κοινότητα συμπεριλαμβανομένη στο νεοσύστατο αλβανικό κράτος, ήταν δραματικό και με βαρύτερες συνέπειες από τις ενέργειες των συμμοριών των κλεφτών και κακοποιών σε βάρος του πληθυσμού αυτού. Μαρτυρεί την διαπίστωση αυτή το γεγονός ότι την περίοδο αυτή, σύμφωνα με στατιστικές του ίδιου του τότε αλβανικού κράτους, απομακρύνθηκαν ως πρόσφυγες περί των 20 000 Ελλήνων, αριθμός αυτός που αντιστοιχεί με το 50% του ελληνικού μειονοτικού πληθυσμού αναγνωρισμένου από το βασιλιά στα τέλη της δεκαετίας του ’30. Πρόκειταιγια ανθρώπους μορφωμένους, με περιουσίες και κύρος. Με ένα λόγο, για την αφρόκρεμα του πληθυσμού αυτού, διότι, όπως παντού σε τέτοιου είδους περιστάσεις, η κατηγορία αυτή ανθρώπων είναι πιο ευαίσθητή και βιώνει οδυνηρότερα τις συνέπειες. Ας μη λησμονούμε ότι οι αλβανικές κυβερνήσεις, αν και αναρίθμητες στο Μεσοπόλεμο, ακολούθησαν μια πολιτική αφομοιώσεων έναντι του ελληνικού πληθυσμού στο αλβανικό έδαφος, πίσω από τις οποίες, ανοιχτά ή στο παρασκήνιο, διαφαίνονταν το χέρι ξένων χωρών, ιδιαίτερα της Ιταλίας και της Τουρκίας.
Ο Ζώγου ήταν ο πρώτος, ο οποίος από κοινού με την πολιτική της μάστιγας εφάρμοσε και την ταχτική του καρότου. Η απασχόληση στην κρατική διοίκηση του ελληνικού στοιχείου και η αλβανοποίηση «της ελληνικής νεολαίας με μετριόφρονα μέσα», αποτελεί «αξία» την οποία αναγνώρισαν και οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες.
Την ίδια ταχτική ακολούθησε και το κομμουνιστικό καθεστώς. Η κομμουνιστική δικτατορία, αφού εκδίωξε δια πυρός και σιδήρου όλους τους αντιπάλους της από την εθνική ελληνική μειονότητα, αντιφρονούντες για εθνικούς, ιδεολογικούς και πολιτικούς λόγους, κάλεσε το υπόλοιπο μέρος της, αποτελούμενο από καταφοβισμένους και σε αυτολογοκρισία Έλληνες, που απωθούσαν τα διακριτικά χαρακτηριστικά της εθνικής τους ταυτότητας, να ζητωκραυγάζουν για εκείνη. Εκείνο που διατηρήθηκε άθιχτο ήταν οι ανθρώπινες σχέσεις. Οι απλοί άνθρωποι, ανεξαρτήτως πολιτικής, είχαν τους δικούς τους κώδικες επικοινωνίας, που εξασφάλιζαν μια διαφορετική συμβίωση.
Ερώτηση2: Σε περίπτωση που χωρίζαμε την ιστορία της πολιτικής Αλβανίας σε τρεις περιόδους: την περίοδο της Βασιλείας, την περίοδο του καθεστώτος Χότζα και εκείνη της μεταβατικής περιόδου, ποια απ΄αυτές θα κρίνατε τη θετικότερη για την μειονότητα και ποια τη δυσκολότερη;
Απάντηση: Είναι δύσκολο να κρίνεις ποια περίοδο ήταν η καλύτερη. Περιέγραψα πιο πάνω, ότι σε σχέση με την εθνική ελληνική μειονότητα στην Αλβανία οι πολιτικές μέθοδες και στάσεις εξυπηρετούσαν την ίδια στρατηγική σε όλες τις περιόδους, που εσείς αναφέρατε. Διέφεραν μόνο η μορφή και τα μέσα απ΄ όπου εξαρτιόνταν και τα αποτελέσματα. Εκείνο που έχει σημασία να σημειωθεί στην προκειμένη περίπτωση είναι ο βαθμός εθνικής ζωτικότητας στην κοινότητα αυτής της μειονότητας. Την περίοδο πριν από τον Πόλεμο, η εθνική ζωτικότητα ήταν πιο φανερή, πιο ανθεκτική και περισσότερο αντιδραστική έναντι των αφομοιωτικών ενεργειών.
Κατά την κομμουνιστική περίοδο, αρχίζοντας μάλιστα από τον Πόλεμο, η ζωτικότητα του είδους άρχισε να αποσύρεται και να χάνει το χαρακτήρα κοινοτικής αντίστασης. Αρχίζοντας από τη δεκαετία του ’60, όταν πλήχτηκαν και οι θρησκευτικοί θεσμοί, η συλλογική εθνική ταυτότητα ήταν ανύπαρκτη. Μετατράπηκε σε μέσο για την επιβεβαίωση «της αλήθειας» των θέσεων της κομμουνιστική ιδεολογίας όσον αφορά το σεβασμό των δικαιωμάτων των εθνικών μειονοτήτων. Αυτό σημαίνει ότι το κομμουνιστικό καθεστώς είχε καταφέρει να ισοπεδώσει μέχρι εξαφανισμού τα ουσιαστικά συστατικά της εθνικής ελληνικής ταυτότητας. (Επέβαλε την ερμητική απομόνωση από τον εθνικό κορμό, παραποίησε τα ήθη και έθιμα, η μητρική γλώσσα περιορίστηκε στο λεξιλόγιο της καθημερινότητας και μετατράπηκε σε ιδεολογική γλώσσα,-δεν αποτελούσε πολιτιστικό στοιχείο εθνικής ταυτότητας. Το κομμουνιστικό καθεστώς εξανάγκασε τους πολίτες ελληνικής εθνικής καταγωγής να αποκαλούνταν απλώς «μειονοτικοί», χωρίς τους προσδιορισμούς «εθνική» και «έλληνες», -ονομασία που απόχτησε αρνητική σημασία. Εφάρμοσε μέτρα για αφομοίωση τοπωνυμιών, καθώς και διοικητική, δημογραφική κλπ αφομοίωση)
Τοκομμουνιστικόκράτοςείχεκαταφέρειναεπιβάλλεισταμέλητηςκοινότηταςαυτήςτην«αυτόβουληδήλωση» ότιέχαιρανόλωντωνδικαιωμάτων. Ακριβώς, αυτή την τυπική πλευρά, αυτή τη βιτρίνα το κομμουνιστικό καθεστώς υπερασπίζονταν με φανατισμό. Τογεγονός, απόκοινούμετην«ευτυχία» πουαυτόβουλαδήλωνανοιΈλληνες, δημιούργησετηνλανθασμένηεικόναστηναλβανικήκοινωνίαότιηελληνικήμειονότηταστηνΑλβανίαβίωνεέναστάτουςθετικήςδυσφήμισης. Πρόκειται για νοοτροπία και πεποίθηση που κληρονομήθηκε με επιμονή και κατά τη μεταβατική περίοδο. Στην πραγματικότητα η εθνική ελληνική μειονότητα υπέφερε διπλά, τόσο σε ότι αφορά τα εθνικά δικαιώματα, όσο και σε ότι αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα όπως ο κάθε άλλος Αλβανός πολίτης.
Η μεταβατική περίοδος είναι ίσως η δυσκολότερη για την εθνική ελληνική μειονότητα στην Αλβανία. Επιβεβαίωσε πόσο ανεπανόρθωτα είχαν πλήξει την ακεραιότητα και ζωτικότητα της εθνικής ταυτότητας, οι προηγούμενες εξουσίες. Το άνοιγμα των συνόρων προκάλεσε μαζική και πολύχρονη αιμορραγία του ελληνικού στοιχείου προς Ελλάδα. (Μεγαλύτερη και απ΄εκείνη στο Μεσοπόλεμο). Επιβεβαίωσε ότι η ε.ε.μ είχε απολέσει την κοινοτική συνοχή και δομή και ότι εκείνη δεν διέθετε κανένα μέσο, επιχείρημα και όργανο για την αποκατάσταση της ιστορικής πραγματικότητας και την διεκδίκηση των εθνικών δικαιωμάτων της. (Την καλύτερη επιβεβαίωση της πιο πάνω διαπίστωση αποτελεί η κατάσταση των θεσμών εκπροσώπησης της).
Αλλά και το μεταβατικό περιβάλλον επηρεάζει πολύ αρνητικά. Έτσι στις επιτεύξεις που σημειώθηκαν σε σχέση με τα εθνικά δικαιώματα με πολύ δυσκολία ξεπερνιέται το επίπεδο των τυπικών δικαιωμάτων, που είχε «πραγματοποιήσει» για την ε.ε. μ το κομμουνιστικό καθεστώς. Διαπιστώνεται ακόμα μια οδυνηρότερη πτυχή. Το κομμουνιστικό καθεστώς έλεγχε τον ανθελληνικό «λαϊκό εθνικισμό». Κατά την μεταβατική περίοδο ο ανθελληνισμός ως μέρος του οπλοστασίου του αλβανικού εθνικισμού, υιοθέτησε και μετέτρεψε σε αδιαμφισβήτητες δραστήριες αρχές έμπνευσης τις ανεπιβεβαίωτες αλήθειες του κομμουνιστικού ανθελληνισμού. Διαφορετικά, όμως, από το κομμουνιστικό σύστημα, το οποίο είχε ένα μόνο κέντρο προσανατολισμού και ελέγχου των εθνικιστικών δόσεων, ανταποκρινόμενων στα συμφέροντα της κομμουνιστικής πολιτικής, σήμερα ανθεί ένας ατέλειωτος αριθμός τέτοιων κέντρων και είναι μονίμως επιθετικοί.
Ερώτηση3: ΜεταξύεκείνωνπουγνωρίζουντηνκοινωνικήπραγματικότηταστοΝότοεπικρατεί μιαάποψη, υποτονική, ότιστοκαθεστώςτουΧότζαπραγματοποιήθηκεμιασιωπηλήαφομοίωσητηςελληνικήςμειονότητας, ιδιαίτεραστηνκαλλιέργειαενόςαστικούκώδικασυμβίωσηςστιςπόλεις. Αληθεύει για σας η διαπίστωση αυτή;
Απάντηση:.Απολύτως. Ησυμβίωσηαυτήείχεωςάγραφοκανόνατηπαραγτραφήτηςεθνικήςταυτότητας, ενώπρόκειταιγιατηναφρόκρεμααυτήςτηςμειονότητας.
Θα επιδιώξω στη συνέχεια να περιγράψω τη λειτουργία του μηχανισμού αυτού. Η σιωπηλή αφομοίωση, στην οποία αναφέρεστε, αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος της ταχτικής της μάστιγας και του καρότου του βασιλιά Ζώγου. Η διαφορά έγκειται στο ότι η μάστιγα του Χότζα, ιδιαίτερα μετά τη δεκαετία του ’60, ταυτίζεται με την αυτολογοκρισία σε ότι αφορά την εθνική ταυτότητα. Υπό αυτή την έννοια το καθεστώς Χότζα ήταν αρκετά επιτυχές.
Όπως οι κυβερνήσεις της Βασιλείας, εκείνος συνέχισε την αντίληψη των Ιταλών της πρώτης κατοχής, 1917-20 για τον αυθαίρετο ορισμό των αμιγώς ελληνικών μειονοτικών περιοχών των 110 περίπου χωριών κατά τα σύνορα με την Ελλάδα, χωρίς καμιά πόλη. Πολλές άλλες περιοχές, συνέχεια αυτών, οι οποίες, σε ότι αφορά την εθνική ταυτότητα, διακρίνονταν για ένα γκρίζο χαρακτήρα, ομογενοποιήθηκαν ταχύρυθμα μέσω της εξουσίας της ιδεολογίας και της κουλτούρας της εθνοσοσιαλιστικής εξουσίας.
Αμέσως μετά τον πόλεμο το κομμουνιστικό καθεστώς εκδίωξε όλους τους αντιφρονούντες του από την εθνική ελληνική μειονότητα, οι οποίοι ήταν μορφωμένοι και μέρος του κλήρου. Αναλογικά με την πληθυσμό ο αριθμός των καταδιωκόμενων από την ε.ε.μ είναι πολύ μεγαλύτερος από τ΄άλλα τμήματα της χώρας. Το υπόλοιπο μορφωμένο μέρος, εκείνο που θεληματικά ή άθελα ακολούθησε την κομμουνιστική ιδεολογία, το κράτος την απορρόφησε στις δομές του. (Ταυτόσημη ιδιαιτερότητα με το καθεστώς Ζώγου). Η καριέρα, η κατάσταση και το περιβάλλον απαιτούσαν από το τμήμα αυτό της μειονότητας να έκρυβε και απωθούσε την εθνική ταυτότητα. Από την άλλη πλευρά αυτό οδήγησε στην πτώχευση των περιοχών με αμιγή ελληνικό πληθυσμό σε ότι αφορά το καλλιεργημένο στοιχείο.
Στο ίδιο αποτέλεσμα οδήγησε και η διαρκή απορρόφηση του μυαλού της ε.ε.μ στο βάθος της αλβανικής επικράτειας. Η γνωστή φιλομάθεια των Ελλήνων υπαγόρευε σ΄ αυτούς να σπούδαζαν εκείνα τα επαγγέλματα, τα οποία δεν μπορούσαν να ασκούσαν στις περιοχές με αμιγή ελληνικό πληθυσμό με μονότονη γεωργική και κτηνοτροφική ανάπτυξη.Ταυτόχρονα, τοκαθεστώςενθάρρυνεμετοντρόποτουτουςμικτούςγάμουςσεμεγάλααστικά κέντρα κλπ.
Συνεπώς, απότηνμιααπομόνωσετηνε.ε.μσεμερικέςπεριορισμένεςπεριοχές, απότηνάλληαπορροφούσετοκαλύτεροστοιχείοτηςστααστικάκέντραμακριάαπότιςπεριοχέςαυτές.Οιμελέτεςεπιβεβαιώνουνότιαπότιςαμιγώςπεριοχέςμεελληνικόπληθυσμόαπομακρύνθηκανστοβάθοςτηςαλβανικήςεπικράτειας37-43 % τουπληθυσμούαυτώνμέχρι το 1990. Στους νέους τόπους διαμονής (εργασίας, γάμου, εξορίας) το καθεστώς δεν αναγνώριζε κανένα δικαίωμα, που αφορούσε την εθνική ταυτότητα. Μάλιστα, κάθε αίτημα για δικαιώματα του είδους αποτελούσε πλημμελή ποινικό αδικήμα.
Ερώτηση4: ΚΜπάρκα, πιστεύετεεσείςτηθέσητωνδύοφίλωνλαών;
Απάντηση: Ναι και αυτή η αλήθεια έχει αξία για λαούς με μακρά ιστορία συμβίωσης και όταν ο πολιτισμός και η εθνογέννησή τους δεν διακρίνονται για απροσέγγιστα επίπεδα.
Ερώτηση5: Ως άτομο που γνωρίζετε την σημερινή πραγματικότητα, τα αμοιβαία κλισέ και προκαταλήψεις, τόσο της ελληνικής κοινωνίας, όσο και της αλβανικής, μπορείτε να αναφέρετε ποια είναι τα βασικά στοιχεία μέσω των οποίων αναπαράγεται αυτή η συνεχής παρεξήγηση από τις δύο πλευρές;
Απάντηση:Εξαρχήςθέλωναπωότιηαφετηρίαστακλισέαυτάθαπρέπεινααναζητηθείστηννεότερηιστορίαμεταξύτωνδύολαών,ηοποίααρχίζειμετηνδιάλυσητηςΟθωμανικήςΑυτοκρατορίαςστοτμήμααυτότωνΒαλκανίων. Απότηνάλληηιστορίαεπιβεβαιώνει ότι υπάρχουν και ξένοι παράγοντες που δεν επιθυμούν την προσέγγιση μεταξύ του ελληνικού και αλβανικού λαού. Μια τέτοια προσέγγιση αλλάζει ολωσδιόλου τις γεωπολιτικές ισορροπίες στην περιοχή και πιο πέρα και προβάλλει τους Έλληνες και Αλβανούς σε πρωταρχικούς παράγοντες.
Υπό την έννοια αυτή μεταξύ των δύο λαών δεν υπάρχουν πρωτογενείς νέα προβλήματα. Και όταν προκαλείται κάποιο νέο πρόβλημα, στη βάση του υπάρχει το ζεστό στρώμα του εθνικισμού που τροφοδοτείται από την ιστορία και τη λανθασμένη ερμηνεία της, ή από τα συμφέροντα τρίτων.
Ο Βαλκανολόγος καθηγητής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης με καταγωγή από την Κορυτσά, Βασίλης Κόντης, απαντάει στο ερώτημά σας με τη διαπίστωση ότι, τόσο η Ελλάδα όσο και η Αλβανία, σ΄αυτή την ιστορική περίοδο διεκδικούν την ίδια γεωγραφική περιοχή, την Ήπειρο. Η Ελλάδα διαθέτει το επιχείρημα ότι η συγκεκριμένη περιοχή διατηρούσε από την αρχαιότητα μέχρι την πραγματικότητα της Τουρκοκρατίας την ελληνική ταυτότητα, ταυτότητα την οποία την συναντά ως υπόστρωμα και στην σημερινή πραγματικότητα.
Η αλβανική πλευρά ξεκινάει από την πραγματικότητα που δημιουργήθηκε την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ειδικά με τον Αλί Πασά, για να πάει βαθιά στην ιστορία. Και εδώ υπάρχει μια αλήθεια. Ο Κανταρέ κατ΄ επανάληψη έχει τονίσει μέχρι αυτοσαρκασμό ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήμασταν εμείς. Ο Τούρκος ιστορικός Mehmet Haxhisalihoglu,προσκεκλημένος στα Τίρανα στη διεθνή συνδιάσκεψη για τα 100χρονα των βαλκανικών πολέμων 1912-13, επισήμανε ότι οι Αλβανοί ήταν οι βασικοί ιθύνοντες της οσμανικής διοίκησης. Εκείνος αρνείται τον όρο «κατοχή» των Αλβανώναπό την συγκεκριμένη αυτοκρατορία, διότι, κατά τον Τούρκο ιστορικό, οι ίδιοι οι Αλβανοί διοικούσαν μερικές από τις σημαντικότερες χώρες της Οσμανικής Αυτοκρατορίας. Να μη λησμονήσουμε ότι ο Αλί Πασάς ο Τεπελενλής, κατά τις ομολογίες του στον πρώτο Αμερικανό περιηγητή στην αυλή του Έντουαρντ Έβερετ, μόνο ο οικογενειακός του στρατός στα Ιωάννινα και Θεσσαλία ξεπερνούσε τις 45 χιλιάδες άνδρες, προερχόμενοι από το σημερινό βορά της Αλβανίας.ΑυτόοδήγησεστογεγονόςώστεστηνΕλλάδαηΟθωμανικήΑυτοκρατορίαναταυτίζοντανμετοναλβανόστηνυπηρεσίααυτήςτηςαυτοκρατορίας. (Εδώ έχουν την πηγή τους εκείνοι οι στρατιωτικοί ύμνοι που διατηρούνται ακόμα σε μεμονωμένες μονάδες του ελληνικού στρατού, ή και εκείνο το είδος αντι-αλβανισμού, που μοιάζει με τον μακρινό απόηχο της ιστορίας αυτής.)
Στην Ελλάδα, η πραγματικότητα αυτή σχέσεων απόχτησε δύο επίπεδα. Ένα επίσημο και ένα του κοινού.Ηεπίσημηπλευράπαραιτήθηκεαπότις επιδιώξειςαυτές,(τηςενιαίαςελληνικήςΗπείρου) απότατέλητου19ουαρχές20ουαιώνα.Δεντοέκανεπροςσεβασμότηςδημιουργήθησαςπραγματικότητας, αλλάγιαναχρησιμοποιήσειτηνπεριοχήαυτήωςαντάλλαγμαμεάλλεςεδαφικέςδιεκδικήσειςπερισσότεροσυμφέρουσεςγιατοελληνικόκράτος.
Ηάλληπλευράτουνομίσματοςέμεινεστοχέριτουκοινού, τωνσυλλόγων, συνδέσμωνκαιδιαφόρωνοργανώσεων,χωρίςκάποιαάμεσησχέσημετοεπίσημοκράτος. Είναι γεγονός ότι αυτές οι δομές, ας υποθέσουμε εθνικιστικές, στη διάρκεια τουλάχιστον ενός αιώνα, δεν κατάφεραν να βελτιώσουν ή να εκσυγχρονίσουν τις θέσεις τους σε συνταύτιση με τις εξελίξεις που μεσολάβησαν. Έμειναν a priori σε στάνταρτ του ιστορικού παρελθόντος, συχνά αναχρονικά, τα οποία από αλβανικής πλευράς ερμηνεύονται ως ελληνικός αντι-αλβανικός εθνικισμός.
Από αλβανικής πλευράς το πρόβλημα έχει διαφορετική πτυχή. Πρώτον έχει ενοποιηθεί σε ένα και μοναδικό η επίσημη στάση με εκείνη του κοινού. Ξεκινάει από τη σημερινή πραγματικότητα και ανατρέχει στο παρελθόν αναζητώντας a prioriεπιχειρήματα, όσο πιο «ποιστικά» για να στεριώσει τους ισχυρισμούς της. Ωςτέτοιαμέχριτώραέχουνχρησιμεύσει οι διαπιστώσεις της ρομαντικής φιλολογίας της Αλβανικής Εθνικής Αναγέννησης, μετατρεπόμενα σε ανεπιβεβαίωτες αλήθειες από το κομμουνιστικό σύστημα. Σύμφωνα με τον σύγχρονο Γερμανό αλβανολόγο, Oliver Schmitt,η ιστορία της Αλβανίας χρησιμοποιείται ως προπαγανδιστικό μέσο βάση των ερμηνευτικών κατηγοριών της εποχής του Χότζα… χωρίς να λαβαίνει υπόψη την διεθνή επιστήμη και έτσι αυτό-απομονώνεται. Συνεπώς, βρισκόμαστε στην ίδια φάση, όπως επί της περιόδου δικτατορίας, όταν βασικός στόχος της προπαγανδιστικής ιστορίας έμενε η πλάση του Αλβανού ανθρώπου κατ΄ αυτό τον προϊόν, μη επιτρέποντας κανένα περιθώριο αναζήτησης της πραγματικής αλήθειας, μη επιτρέποντας την αντιπαραβολή με την διεθνή επιστήμη. (Για το λόγο αυτό προκάλεσαν αντιδράσεις και ταραχές οι δηλώσεις του Τούρκου καθηγητή).
Ακριβώς το κενό αυτό, όσον αφορά το επιστημονικό επιχείρημα, γεμίζει συχνά με φιλολογία και μυθολογία ερμηνευμένη ως επιστήμη, ή η ιδιοποίηση πολιτισμού και ιστορικών αληθειών του ελληνικού λαού. Φτάνουν μάλιστα μέχρι το σημείο να λένε ότι το Μαντείο της Δωδώνης και όλη η γεωγραφία της ελληνικής μυθολογίας, η οποία εκτίνεται γύρω από το Μαντείο, είναι αλβανικά, φέροντας ως επιχείρημα το γεγονός ότι στην εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατοικούσαν εκεί και Αλβανοί. (!!!) Το κενό αυτό προκαλεί συχνά το σύμπλεγμα κατωτερότητας, το οποίο με τη σειρά του τροφοδοτεί το σύμπλεγμα καχυποψίας. Δυστυχώς σε τέτοιου είδους ιστορίες έχουν εμπλακεί και τέτοια σοβαρά ιδρύματα όπως η Ακαδημία Επιστημών. Λοιπόν, το επαναλαμβάνω, γενικώς δεν υπάρχουν προβλήματα μεταξύ των δύο χωρών και λαών. Η επαναφορά περιστασιακών ή σε μειοψηφία στιγμών αντιπαράθεσης στην ιστορία μεταξύ των δύο λαών και η ενίσχυσή τους στην υπηρεσία του εθνικισμού και της εφήμερης πολιτικής, αποτελούν την ουσία στα κλισέ προκαταλήψεων, τα οποία επικαλούνται όποτε έχουν ανάγκη εκείνοι οι παράγοντες που τροφοδοτούνται με το πνεύμα της αντιπαράθεσης.
Προσέξτε επίσης, ότι η επίκληση των κλισέ αυτών συμβαίνει όποτε καταβάλλονται σοβαρές προσπάθειες για την στρατηγική προσέγγιση των δύο χωρών.
Ερώτηση6: Κάτισχετικάμετηνελληνικήκοινωνία, τορόλοτουαλβανικούστοιχείουσ΄αυτή, τουιστορικού και του σύγχρονου. Εμείς γνωρίζουμε ότι στην Ελλάδα ζουν οι Αρβανίτες, όμως εκτός απ΄ αυτούς υπάρχουν στοιχεία ότι ζουν κι άλλοι Αλβανοί. Δλδ, κατ΄ εσάς, πόσο είναι αναμιγμένο το αλβανικό στοιχείο στην ελληνική κοινωνία; Πώς και πόσο έχει πραγματοποιηθεί αυτή η εσωτερική ενσωμάτωση;
Απάντηση:Ο καθηγητής Çabej στο βιβλίο του «Οι Αλβανοί μεταξύ Δύσης και Ανατολής», αναφερόμενος στις σχέσεις ανάμεσα στους Αλβανούς και Έλληνες αποδίδει την διαλεκτική των σχέσεών τους με το συμπέρασμα ότι οι αλβανοί είναι δυνατοί στη φυλή, οι Έλληνες στον πολιτισμό τους. (Τη ζωτική αυτή διαλεκτική φοβούνται οι προαναφερόμενοι παράγοντες)Η διαλεκτική αυτή του καθ.Çabej μαςδίνεινακαταλάβουμετιςδιαχρονικέςσχέσειςμεταξύΕλλήνωνκαιΑλβανών.
Για μένα, ο βασικός παράγοντας που έδωσε στην Ελλάδα την πολιτιστική ανωτερότητα σε όλον τον κόσμο και τη ζωτικότητα της φυλής της, ανήκει πρώτον στον οικουμενικό χαρακτήρα των Ελλήνων, την πολιτιστική διασταύρωση, η επίδραση και υιοθέτηση των επιτεύξεων οποιουδήποτε, αλλά σε μια διεργασία εξελληνισμού.Μιλούμεεδώγιαπλημμυρίδεςκαιάμπωτεςοικουμενικούήπαγκόσμιουχαρακτήρα. Η δεύτερη ιδιότητα σχετίζεταιμε την ικανότητα, που εξασφαλίζει ο πολιτιστικός οικουμενισμός για να αφομοιώνει και εξελληνίζει άλλες φιλές και λαούς. Η ιδιότητα αυτή δεν σημειώθηκε μόνο μια φορά στην ιστορία, αλλά επαναλήφτηκε κυκλικά από τα βάθη των μύθων μέχρι τις ημέρες μας. Ο πρώτιστος ρόλος στη διαδικασία αυτή ανήκει στην ΄Ηπειρο.
Στον ελληνικό αυτό κόσμο έχουν το μοιράδι τους και οι Αρβανίτες. Η ιστορία τους μου προκύπτει σε μερικές φάσεις. Η αφετηρία σηματοδοτείται κάπου στον 11ο αιώνα μ.Χ, όταν το όνομα των Αρ(λ)βανών, μετά από μια απουσία αιώνων, επανεμφανίζεται στην ιστοριογραφία της εποχής. Η δεύτερη φάση σχετίζεται με τις σταυροφορίες. Οι Αρβανοί ή οι αρβανίτες καλούνται στα ελληνικά εδάφη από Έλληνες και Λατίνους άρχοντες ως στρατιώτες.
Η τρίτη φάση σχετίζεται με τις αρβανίτικες διεισδύσεις στην Ελλάδα λόγω των επιδρομών, πρώτα με το Στεφάν Δουδσιάν και στη συνέχεια με τους Οθωμανούς. Πρόκειται για τη φάση κατά την οποία, ως Αλβανοί και κατά τον 18ο αιώνα ως Σκιπετάρ, διεκδίκησαν πολιτικό ρόλο στον ελληνικό χώρο.
Μου προκύπτει επίσης, ότι οι Αρβανίτες (όχι οι Αλβανοί-Σκιπετάροι), με γλώσσα, η οποία εμπλουτίστηκε και τηρήθηκε ζωντανή από δάνεια και αντιδάνεια από τις πολλές επαφές που είχαν με τον ελληνικό κόσμο, μάλιστα από πριν κατεβούν στην Ελλάδα, απόχτησαν την εθνική ελληνική συνείδηση για να αποτελέσουν την πολεμική αξία του ελληνικού τους έθνους, όλων των εποχών. Εκείνο που έχει ενδιαφέρον είναι ότι μου προκύπτει πως οι αρβανίτες δεν αντανακλούν επαφές και κληρονομιά από τους Ιλλυριούς, ανεξαρτήτως, που οι Ιλλυριοί, σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, διατηρούν «φυλετικές» σχέσεις με τους Έλληνες.
Οι Αρβανίτες είναι λοιπόν μια ελληνική ιστορία. Αυτοί διαφέρουν από τους Αλβανούς επιδρομείς στην Ελλάδα κατά την οσμανική κατοχή. Το μεγαλύτερο μέρος των τελευταίων, με τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αφομοιώθηκαν σε Έλληνες, μάλιστα πληρέστερα από τους Αρβανίτες, οι οποίοι διατήρησαν τουλάχιστον την γλωσσική τους ταυτότητα. Οι υπόλοιποι Αλβανοί απομακρύνθηκαν από την Ελλάδα.
Το νεότερο κομμάτι των Αλβανών στην Ελλάδα ανήκει στην μεταβατική μετα-κομμουνιστική περίοδο στην Αλβανία. Είναι πολλοί, περίπου ένα εκατομμύριο. Νομίζω ότι πρόκειται για μετανάστευση σε σύγχρονες εποχές. Αυτό προϋποθέτει ότι οι ενταξιακές διαδικασίες στη χώρα υποδοχής, στην Ελλάδα, είναι πολύ έντονες, Όμως και η επικοινωνία και οι επαφές με τον εθνικό τους κορμό είναι αδιάκοπες και εντατικές. Στη δεύτερη και τρίτη γενιά, διότι η πρώτη ήδη πέρασε, θα έχουμε μια κοινότητα με διπλή ταυτότητα, όπως συμβαίνει με κάθε κατηγορία μεταναστών σε διάφορες χώρες του κόσμου. Ανεξαρτήτως των προβλημάτων (35% των φυλακισθέντων στην Ελλάδα είναι Αλβανοί), οι Αλβανοί μετανάστες στην Ελλάδα εντάσσονται στην ελληνική κοινωνία. Η ελληνική κοινωνία, λόγω της αιώνιας παράδοσης, αλλά και των δικών της μεταναστευτικών εμπειριών, είχε έτοιμους τους κώδικες συμπεριφοράς προς τους μετανάστες, ιδιαίτερα προς τους Αλβανούς. (Ανεξαρτήτως κάποιους παραλογισμούς, όπως η αρνητική αντίδραση προς τους Αλβανούς σημαιοφόρους (μαθητές) στις εθνικές γιορτές της Ελλάδας.!) Βλέπω αποτυχημένους εκείνους τους κύκλους –Αλβανών- που προσπαθούν να καλλιεργήσουν εμπόδια στη διαδικασία ένταξης με την επιδίωξη ότι έτσι θα σώσουν τους Αλβανούς μετανάστες από την ελληνική «αφομοίωση». Ή και τους ελληνικούς κύκλους που εκδηλώνουν αντι-αλβανισμό με αντικείμενο τους Αλβανούς μετανάστες. Πίστευα και πιστεύω ότι αυτή είναι η μεγαλύτερη επένδυση που διέπραξε η ελληνική κοινωνία προς αποκατάσταση μιας νέας ισορροπίας στη συνεργασία μεταξύ των δύο λαών.
Ερώτηση7: ΣτηναλβανικήιστοριογραφίαέχειγίνειπολλήςλόγοςγιατορόλοτηςΕκκλησίαςστησφυρηλάτηση και κονσερβοποίηση της ταυτότητας του ελληνικού έθνους. Μάλιστα, για τις προσπάθειές της εξελληνισμού. Είναι, κατ΄ εσάς, αυτό αληθές και σε περίπτωση που θέλετε να εκφράσετε την άποψή σας, ποιος ήταν ο ανάλογος κρίκος στον αλβανικό κόσμο για την καλλιέργεια και διατήρηση της αλβανικής ταυτότητας;
Απάντηση: ΌτανάρχισεναδιαλύεταιηΟθωμανικήΑυτοκρατορίασταευρωπαϊκάτηςεδάφη, ακολούθησεηδιαδικασίαίδρυσηςτωνκρατών-εθνών. Αυτό ήταν και το ενδιαφέρον των δυτικών χωρών: - Η τύχη των χριστιανικών λαών που απελευθερώνονταν απ΄αυτή την σκοτεινή αυτοκρατορία. Η Ελλάδα, όχι μόνο που ήταν το πρώτο κράτος, που εισήλθε στην τροχιά αυτή, αλλά ήταν και η διακεκριμένη κληρονόμος της εκκλησίας του Βυζαντίου στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. (Είναι γνωστό ότι η Οθ. Αυτοκρατορία δεν μπορούσε και δεν κατόρθωσε να απόφευγε στο ακέραιο την Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Όχι μόνο που υιοθέτησε δομές της, αλλά αποδέχτηκε στο μεγαλύτερο μέρος των καταχτημένων εδαφών της, το θεμελιώδες στοιχείο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, την ορθόδοξη χριστιανική θρησκεία.)
Υπό την έννοια των στενών σχέσεων με την ορθοδοξία η Ελλάδα είχε αρχίσει την καλλιέργεια της εθνικής ταυτότητας από τον 13ο αιώνα. Στην μακρά αυτή σταδιοδρομία η εκκλησία είχε το ρόλο της. Όμως η εκκλησία πέτυχε το ρόλο αυτό όντας φορέας της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας και ελληνικού κλασικού κόσμου, (στις τοιχογραφίες των μοναστηριών, λχ, ήταν ζωγραφισμένοι, ως δική της κληρονομιά, φιλόσοφοι της ελληνικής αρχαιότητας), της κόσμιας παιδείας, στην οποία διδάσκονταν μαθηματικά και φιλοσοφία. Συνεπώς δεν αληθεύει ότι η Νεοελληνική Ιδεολογία, που προηγήθηκε της Επανάστασης του 1821, στηρίζονταν στη θρησκεία. Απεναντίας! Είχε μια πρωτάκουστη σύζευξη των δύο σημαντικότερων, αλλά αντίρροπων, κινημάτων της εποχής στη Δύση:- του Ρομαντισμού και του Διαφωτισμού. (Την ίδια φόρμουλα υιοθέτησε στην εποχή της και η Αλβανική Εθνική Αναγέννηση). Όμως η ορθοδοξία διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στο κίνημα αυτό, το οποίο στο τέλος της γραφής εκδηλώνοντας ως διαθρησκευτική αντιπαράθεση. Η ορθόδοξη εκκλησία αποτελεί βασικό στοιχείο στην εθνική ελληνική ταυτότητα και δεν μπορεί να γίνει λόγος για προσπάθειές της εξελληνισμού, όταν ο ελληνισμός και η ορθοδοξία ήταν μέχρι τότε ένα αδιαχώριστο διαλεκτικό δίδυμο.
Είναι αληθές ότι η προσπάθεια της Ορθόδοξης Εκκλησίας για την διατήρηση της ελληνικής φύσης (κυρίως γλώσσας) στις ορθόδοξες εκκλησίες των νέων κρατών στην Νοτιο-Ανατολική Ευρώπη, (μάλιστα διαφορετικά από την θρησκευτική πολιτική του Βυζαντίου που πρέσβευε το δόγμα μια θρησκεία πολλές γλώσσες), είχε προκαλέσει πολλές αντιδράσεις σ΄αυτούς τους λαούς. Αλλά αυτή είναι μια άλλη υπόθεση.
Στην παγκόσμια ιστοριογραφία το θέμα ίδρυσης του αλβανικού έθνους-κράτους προσέκρουε ακριβώς στην έλλειψη της θρησκευτική ομοιογένειας. Σύμφωνα με τη Γαλλίδα Βαλκανολόγος, Natalie Clayer, το γεγονός αυτό από κοινού με την εγγύτητα του αλβανικού στοιχείου με την Οθ. Αυτοκρατορία, έφερε δυσκολίες και καθυστερήσεις στην ίδρυση του αλβανικού κράτους. Ως παράγοντα εθνικής ενότητας δεν αξιοποιήθηκε η θρησκεία, όπως καλή ώρα στους υπόλοιπους Βαλκάνιους λαούς, αλλά η γλώσσα. Η ίδια η αλβανική γλώσσα αξιοποιήθηκε από την Προτεσταντική Βιβλική Εταιρία, πρώτα για τη διάδοση του ορθόδοξου χριστιανισμού μεταξύ του αλβανικού πληθυσμού. (προς το σκοπό αυτό είχε δώσει την συγκατάθεσή του και το Πατριαρχείο.)ΗΒιβλικήΕταιρίααπασχόλησεστηναποστολήτηςαυτήτις πιοεξέχουσεςπροσωπικότητεςτηςεποχής, όπωςτονΧριστοφορίδη, τονΒρέτο, τονΜέξη, τονΑργυροκαστρίτη, τονΜήτκο, οιοποίοιμέχριεκείνητηστιγμήπροσέβλεπαντομέλλοντουςκαιτωνΑλβανώνμέσωτουΕλληνισμού.ΕίναιαυτόςολόγοςπουηClayer λέειότιμέχριτατέλητου19ουαιώνατοαλβανικόεθνικόκίνημαπερούσεμέσωτουΕλληνισμού, είτεωςαντίδραση, είτεωςταύτιση.Τη φάση αυτή διαδέχτηκε η πραγματικότητα του συμβολισμού του Πάσκο Βάσα ότι « το θρήσκευμα του Αλβανού είναι ο Αλβανισμός». Ας μη λησμονούμε ότι με το κίνημα αυτό ταυτίστηκαν η Ιταλία και η Αυστροουγγαρία, ως Αδριατικές δυνάμεις, όπως και η Τουρκία η οποία έβλεπε στην ίδρυση του Αλβανικού κράτους τον κληρονόμο των συμφερόντων της στην περιοχή.
Ερώτηση8: Ποιαείναιημεγαλύτερηανακρίβεια,πουηελληνικήιστοριογραφίααναφέρειγιατουςΑλβανούςκαιαντιθέτως, εκείνοπουηαλβανικήιστοριογραφίααναφέρειγιατουςΈλληνες;
Απάντηση: Στην ελληνική ιστοριογραφία δεν έχω συναντήσει κάποια εντυπωσιακή ανακρίβεια για τους Αλβανούς. Στην αλβανική ιστοριογραφία συναντάται καθημερινά η ανακρίβεια ότι οι Αλβανοί είναι αυτόχθονες και οι Έλληνες ερχόμενοι. Συναντάται ακόμα ενεργή η θεωρία του Φαλμεράυερ ότι οι σημερινοί Έλληνες δεν έχουν καμιά σχέση με τους αρχαίους Έλληνες. Ότι οι Αλβανοί είναι οι πραγματικοί δημιουργοί της ελληνικής μυθολογίας, καθώς και οι άμεσοι διάδοχοι του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Όπως και η προσπάθεια, που καταβάλλεται για προσπεραστεί ή να διαστρεβλωθεί, ή να οικειοποιηθεί καθετί από τον ελληνικό πολιτισμό στην Αλβανία, ιδιαίτερα στον τομέα της αρχαιολογίας στο νότο της χώρας.
Ερώτηση9: Κ. Μπάρκα, ποιοςείναι,κατ΄εσάς,ορόλοςτωνσυγγραφέωνστηδιάπλασητηςκοινήςγνώμηςκαιτηςκρίσηςπερίτωνεθνικώνθεμάτων; Στην Αλβανία, λχ, ο Ισμαήλ Κανταρέ, είναι συγγραφέας, ο οποίος με τα δοκίμιά του έχει προσανατολίσει σημαντική μερίδα της κοινής γνώμης;
Απάντηση: Η ερώτηση στο πρώτο μέρος της είναι ρητορική. Όσον αφορά την Ελλάδα θα έλεγα ότι στους ανθρώπους των γραμμάτων της δεν χρειάστηκε να ασχοληθούν πολύ με την ιδέα του εθνικισμού. Δλδ να προβάλλουν τον εθνικισμό. Συνέβαλε σ΄αυτό το πολιτισμικό της υπόστρωμα, η χειροπιαστή ιστορία την οποία διάνυσε το ελληνικό έθνος, αλλά περισσότερο η οικουμενική ταυτότητα του Ελληνισμού, που δεν ταυτίζεται με τον εθνικισμό. Υπό την έννοια αυτή, τόσο το λιγότερο χρειάστηκε να υποστηρίξουν τον εθνικισμό τους στον αντιαλβανισμό.
Στην Αλβανία, η παράδοση του ολοκληρωτικού κράτους για ένα στρατευμένο λογοτεχνικό και φιλολογικό προϊόν στις αρχές και στην υπηρεσία της κομμουνιστικής ιδεολογίας και του χοτζικού εθνοσοσιαλισμού, καλλιέργησε πολύ επιζήμια στερεότυπα, μάλιστα και για την ίδια τη φυσιογνωμία του εθνικισμού. Επιβλαβές για την εθνική ταυτότητα ήταν η ανάγκη επίκλησης σε κάθε κατάσταση της ιδέας εθνικισμού, γεγονός που συχνά την έθετε υπό αμφισβήτηση. Με την στειρότητα που διάκρινε το κομμουνιστικό σύστημα δεν μπορούσε να παράγει και να καλλιεργήσει εθνικές αξίες, ούτε να πρόβαλλε εκείνες της παράδοσης, εκτός της λογικής της προσάρτησής τους στο κομμουνιστικό οπλοστάσιο.Κατ΄ επέκτασηστην εθνικιστικήτουρητορικήχρειάστηκεναδανειστείάθιχτητηφόρμουλατου19ουαιώνα, κατάτηνοποίαοκαλύτεροςπροσδιορισμόςτου«Εγώ» πραγματοποιούντανμέσωαντιπαράθεσηςμετους«άλλους». Εκείνη την περίοδο για τους λαούς της Βαλκανικής, «τους άλλους» εκπροσωπούσε η Οθωμανική Αυτοκρατορία, ενώ για τους Αλβανούς ήταν οι γείτονες. Αυτότοείδοςεθνικισμούκαλλιεργείταικαι σήμερα και δυστυχώς, οι γείτονες παραμένουν και σήμερα όμοιοι, «οι άλλοι», ώστε οι Αλβανοί να μπορεί να αυτοπροσδιορίζονται καλύτερα εθνικά, με τη μόνη διαφορά ότι οι Έλληνες αντικατέστησαν τους σέρβους.
ΟΚανταρέ, είναιαληθέςότιαποτελείμιαπολύειδικήπερίπτωση. Είναι ο μόνος που διανοήθηκε ότι η εποχή του Σκεντέρμπεη, (ως περίοδο της αλβανικής εθνογέννησης καθορισμένης από τους ιδεολόγους της Αναγέννησης για τους αντιοσμανικούς λόγους της εποχής τους), εξασφάλιζε ιστορική χρονική ρηχότητα στην αλβανική εθνογέννηση. Για το λόγο αυτό, ο Κανταρέ, μέσα από μια σειρά έργων, λογοτεχνικών, μελετών, δοκιμίων κλπ, επιδιώκει να μεταφέρει το χρονικό αυτό όριο εθνογέννησης από την εποχή του Σκεντέρμπεη στην εποχή της ελληνικής αρχαιότητας. Διαφορετικά, όμως από την υπόλοιπη αλβανική φιλολογική μερίδα, που σπεύδει να εντοπίσει τις ρίζες του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού στον αλβανικό παράγοντα(!), ο Κανταρέ τον αντιμετωπίζει συμβιωτικά και σε επικοινωνία. Και στον ορίζοντα αυτό επιδιώκει, όπως αναφέρει ο Shaban Sinani,να φτιάξει την εικόνα της ποθούμενης Αλβανίας, όταν ήταν ισότιμη με τις άλλες πολιτισμένες χώρες.
Ερώτηση10: Σ΄αυτά τα 23 χρόνια έχουμε δει το δημόσιο ενδιαφέρον της Ελλάδας για την μειονότητα σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ΄ό, τι πιο πριν. Πόσο είναι ειλικρινές το ενδιαφέρον αυτό και πόσο είναι χειραγωγημένο από πολιτικούς παράγοντες της μειονότητας, αλλά και από εκείνους της Αλβανίας, για εφήμερους σκοπούς;
Απάντηση:Νομίζω ότι λογικό και νόμιμο το ενδιαφέρον της Ελλάδας για την εθνικής της μειονότητα στην Αλβανία. Η διαπίστωση ότι έχει επαυξηθεί κατά την αλβανική μεταβατική περίοδο σχετίζεται με το γεγονός ότι η Αλβανία την περίοδο αυτή άνοιξε τα σύνορα. Η Ελλάδα απόχτησε μια άμεση επαφή με την πραγματικότητα αυτής της μειονότητας και η ίδια η εθνική ελληνική μειονότητα βγήκε από την κορνίζα της κομμουνιστικής βιτρίνας.
Εντούτοις, αν και αυξημένο το ενδιαφέρον αυτό, εγώ θα το θεωρούσα ανεπαρκές διότι δεν διακρίνεται από τη συνέχεια και ένα συγκεκριμένο πολιτικό πλαίσιο. Υπό το σκεπτικό αυτό δεν μπορούμε να μιλήσουμε για χειραγώγηση της επίσημης Αθήνας από τον πολιτικό παράγοντα της ε.ε. μειονότητας. Πιστεύω ότι ο παράγοντας αυτός έχει διανοηθεί πως για να είναι αρεστός στην Αθήνα, πρέπει να μη προβάλλει προβλήματα και να ζητήσει δικαιώματα για τους Έλληνες μειονοτικούς, όταν υπεύθυνη είναι η Αθήνα. Παρόμοια φόρμουλα ακολουθείται και στις σχέσεις του προς τις αρχές της χώρας. Για να εξασφαλίσει την πολιτική του προοπτική και όχι μόνο, ο πολίτικος αυτός παράγοντας δεν προβάλλει προς την αλβανική πλευράκανένα πρόβλημα που αφορά την ελληνική μειονότητα. Όταν διαπιστώνει ότι θίγονται τα συμφέροντα του αυτά, αυτός ο παράγοντας ξεδιπλώνει τη σημαία του προασπιστή των δικαιωμάτων της ε.ε.μ. Την πιο νωπή περίπτωση αποτελούν οι παρούσες σχέσεις του αρχηγού του ΚΕΑΔ με τον πρωθυπουργό Ράμα.
Γενικώς έχω την εντύπωση ότι ο πολιτικός παράγοντας, ή αυτός που εκπροσωπεί την ε.ε.μ, είναι ελεγχόμενος. Είναι αυτός ο λόγος, που τα τελευταία χρόνια έχουν στειρέψει οι αναφορές στις εκθέσεις των διεθνών οργανισμών με αντικείμενο τα δικαιώματα της μειονότητας αυτής.
Ερώτηση11: Έχετε άποψη για το τσάμικο θέμα; Δέχεστε ότι κατά της κοινότητας των τσάμιδων στην Ελλάδα, πρώην υπήκοοί της, ασκήθηκε καταστολή; Κατ΄εσάς, τι δεν έχει ειπωθεί, όσον αφορά την δημιουργία αυτής της ευαίσθητης υπόθεσης στις διμερείς σχέσεις;
Απάντηση:Έχωτηνάποψηκαιτοεπιχείρημαότιτσάμικοθέμαωςπολιτικήυπόθεση, δενυφίσταται.
Υφίσταται μόνο το θέμα των πρώην Ελλήνων πολιτών με τόπο διαμονής στην ελληνική Τσαμουριά, το οποίο είναι κυρίως περιουσιακό. Το εμπόδιο για την επίλυσή του δεν συνδέεται με τον αμφιλεγόμενο Νόμο Εμπολέμου, ο οποίος, από ελληνικής πλευράς και de jure καιde factoδεν είναι πλέον ενεργητικός, τόσο το περισσότερο για τα μέλη της κοινότητας των τσάμιδων. Το επισημαίνω αυτό διότι βάση των νομοθετικών διατάξεων σε εφαρμογή του Νόμου αυτού, στην Ελλάδα κατάσχονταν οι περιουσίες των πολιτών των χωρών κατά των οποίων κηρύσσονταν πόλεμος, συγκεκριμένα της Ιταλίας και Αλβανίας. Οι Τσάμιδες ήταν τότε Έλληνες πολίτες και ο νόμος αυτός δεν τους άγγιζε.ΤογεγονόςότιμερικέςδεκάδεςΤσάμιδεςμειδιωτικήπροσπάθειακέρδισαντα περιουσιακάτουςδικαιώματαστηνΕλλάδα, μάλιστακαιτηνελληνικήυπηκοότητα, επιβεβαιώνεικάλλισταταόσααναφέραμε.
Το άλλοθι που στηρίζεται στο πρόσχημα ότι ο Νόμος του Εμπολέμου διατηρείται στην Ελλάδα για τις περιουσίες των τσάμιδων, εξυπηρετεί το σκοπό απόκρυψης μιας άλλης σημαντικής αλήθειας. Εκείνης ότι ένα μεγάλο μέρος μελών της κοινότητας αυτής αντιμετωπίζει προβλήματα με την ελληνική δικαιοσύνη, με αποτέλεσμα να μη μπορούν να κερδίσουν τα χαμένα δικαιώματα μέσω της δικαιοσύνης, εννοείται ατομικά. Νομίζω ότι αυτή είναι η βασική αιτία ώστε το θέμα να πολιτικοποιείται υπό τη μορφή διμερούς υπόθεσης. Μια άλλη αιτία νομίζω ότι σχετίζεται με τα κίνητρα πολιτικής και όχι μόνο, επιβίωσης μερικών παραγόντων στη χώρα. Μια άλλη αιτία θα πρέπει να αναζητηθεί στην ανθελληνική γραμμή του εθνικισμού στην Αλβανία, ώστε να διατηρεί ένα «συγκεκριμένο» kasus beliστην εθνικιστική τους ρητορική.
Θα δεχόμουν ότι κατά της κοινότητας των Τσάμιδων διαπράχτηκε καταστολή, (μολονότι ο όρος μοιάζει βαρύς στη λογική πολέμου), σε περίπτωση που πρώτα θα γίνει αποδεχτό ότι ως αιτία χρησίμευσε η καταστολή που διέπραξαν οι οργανωμένες δομές της κοινότητας των Τσάμιδων στο πλευρό των φασιστών και ναζιστών κατά του ελληνικού πληθυσμού στην ίδια περιοχή.
Σε σχέση με το θέμα αυτό στην Αλβανία δεν έχει ειπωθεί λχ, ότι με την εμφάνιση της Ιταλίας ως Αδριατική Δύναμη (λίγο μετά την ενοποίηση του ιταλικού κράτους), το αλβανόφωνο στοιχείο στην Τσαμουριά χρησιμοποιήθηκε ως εργαλείο κατά των ελληνικών συμφερόντων. Δεν έχει ειπωθεί ότι ο Πόλεμος της Ιταλίας κατά της Ελλάδας το 1940 κηρύχθηκε εξ΄ ονόματος «της ένωσης της Τσαμουριάς με την Αλβανία». Είναι γνωστό ότι τα καταχτητικά σχέδια της Ιταλίας σε βάρος της Αλβανίας και Ελλάδας δεν είχαν το «ΟΚ» του Χίτλερ. Αυτό σημαίνει ότι αν δεν θα υπήρχε το πρόσχημα της Τσαμουριάς, θα είχαν αποφευχθεί η αιματοχυσία και θυσία δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων, οι συνέπειες ενός πολέμου και οι εχθρότητες που άφησε πίσω. Δεν έχει ειπωθεί ότι στην Τσαμουριά οι Αλβανοί είχαν ολοκληρωμένες φασιστικές δομές, οι οποίες ενεργούσαν κατά του ελληνικού λαού.
Ακριβώς επειδή γνώριζε όλα αυτά ο Χότζα, ακύρωσε το 1943 τη συμφωνία της Κονίσπολης μεταξύ των τοπικών ΕΑΜ των αντίστοιχών χωρών, για μια αμοιβαιότητα ανάμεσα στην ε.ε. μ και την κοινότητα των Αλβανών στην ελληνική Τσαμουριά. Η στάση της ε.ε.μ προς τον αγώνα του αλβανικού λαού ήταν διαμετρικά αντίθετη με εκείνη των Αλβανών στην Τσαμουρια.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η ε.ε.μ στην Αλβανία, ανεξαρτήτως από τη στάση του συναγωνιστή με τον αλβανικό λαό στο Πόλεμο, δοκίμασε τρομαχτικούς διωγμούς και κατατρεγμούς από το κομμουνιστικό καθεστώς λόγω εθνικότητάς. Παρ΄όλα αυτά ποτέ δεν εκδήλωσε τάσεις αλυτρωτισμού.
Νομίζωότιανειπωθούνόλααυτά δενθαυπάρξει«τσάμικοθέμα» καιγιατηνΑλβανία, όπωςδενυπάρχειγιατηνΕλλάδα.
Από την άλλη πλευρά αναφέρω ότι είναι δικαίωμα του αλβανικού κράτους να ενδιαφερθεί για την επίλυση των νόμιμων δικαιωμάτων των μελών της κοινότητας των Τσάμιδων, μέσω της ελληνικής, είτε διεθνούς δικαιοσύνης. Όμως αυτό το ενδιαφέρον δεν μπορεί να εκδηλωθεί ως μια πολιτική υπόθεση, η οποία στο τέλος - τέλος της γραφής δημιουργεί εντάσεις στις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών και πραχτικά, εξαιτίας της, χάνουν τα δικαιώματά τους και εκείνοι που δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα με την ελληνική δικαιοσύνη.
Ερώτηση12: Ερχόμαστεσεμιαιστορικήστιγμήσχετικά με την οποία επικρατεί πολύ ομίχλη. Αναφέρομαι στο κίνημα του 1914 στο Νότο με το Ζωγράφο και το αίτημα για την Αυτονομία της Ηπείρου. Στη βάση του κινήματος αυτού, κατ΄εσας, στέκει το θρησκευτικό, ή εθνικό στοιχείο;
Απάντηση: Η αυτονομία της Βορείου Ηπείρου του 1914 στην ουσία δεν διέπεται από σταγόνα ομίχλης. Είναι ένα ιστορικό γεγονός στη χρονική γραμμή της ίδρυσης του αλβανικού κράτους. Το κίνημα για το αυτόνομο αυτό κράτος στην ουσία του είναι εθνικής φύσεως. Η διαχωριστική γραμμή των μετασχόντων σ΄αυτή την πολεμική σύρραξη ήταν μεταξύ εκείνων που προσέβλεπαν το μέλλον τους στην Ελλάδα. Στην κατηγορία αυτή συμπεριλαμβάνονταν Έλληνες, Ορθόδοξοι και Μουσουλμάνοι. Στην άλλη πλευρά ήταν εκείνες οι δυνάμεις, οι οποίες δεν γνώριζαν ακόμα καλά τι σημαίνει αλβανικό κράτος, αλλά δεν είχαν αποσπαστεί από τα συμφέροντα με την Τουρκία.
Τοκίνημααυτόξέσπασεότανδιαπιστώθηκεότιτοελληνικόκράτοςείχεπαραιτηθείαπότηνεπιδίωξηενσωμάτωσηςστον εθνικό κορμό της Ελλάδας τουβόρειουτμήματοςτηςΗπείρου, διότιτοτμήμααυτότοαντιμετώπιζεωςμέσοανταλλαγήςπροςικανοποίησητωνεθνικώντηςσυμφερόντωνσταΔωδεκάνησακαιτηΘράκη.Γι΄αυτόκαιχαρακτηρίστηκεαγώνας αυτονομίας. Δενείχετηνστήριξητουελληνικούκράτους. ΟΒενιζέλος, ωςουπάκουοςάνθρωποςτωνΜεγάλωνΔυνάμεων, όχιμόνοπουαπείλησετονπρώηνΥπουργόΕξωτερικών της Ελλάδας και πρόεδρο της Κυβέρνησης της Βορείου Ηπείρου, το Ζωγράφο από το Κεστοράτι και τον υψηλόβαθμο αξιωματικό του Ελληνικού Στρατού και Υπουργό Αμύνης της αυτόνομης κυβέρνησης, Δούλη από τη Νίβιτσα, αλλά, εκείνος έκοψε στις δυνάμεις της αυτονομίας τις τηλεπικοινωνίες, μπλόκαρε τον ανεφοδιασμό με οπλισμό, ρουχισμό και χρήματα. Απέκλεισε το λιμάνι των Αγίων Σαράντα ως τη μόνη πύλη ανεφοδιασμού. Χαρακτήρισε προδότες όλους εκείνους τους αξιωματικούς και στρατιώτες που δεν εισάκουσαν στην εντολή του σε εφαρμογή της απόφασης των Μεγάλων Δυνάμεων για υποχώρηση του ελληνικού στρατού από τα εδάφη της Βορείου Ηπείρου, αναγνωρισμένα κατ΄αρχήν από τη πρώτη συνδιάσκεψη της Φλωρεντίας ως τμήμα του νεοσύστατου αλβανικού κράτους. Σε περίπτωση που το αλβανικό κοινό (και το ελληνικό) θα γνωρίσει την επικοινωνία του Βενιζέλου με τις αρχές του κινήματος αυτού, θα πειστεί πλήρως και ο πιο φανατικός ότι η ελληνική κυβέρνηση αντιτάχτηκε σ΄αυτό με ο, τι διέθετε. Όμως, είναι αληθές ότι το κίνημα αυτονομίας έχαιρε την ευρύτατη στήριξη των απλών Ελλήνων. Και ο μεγάλος Καζαντζάκης ήρθε την εποχή εκείνη στο Αργυρόκαστρο ως εθελοντής στις γραμμές των εθελοντών προερχόμενων από την μακρινή Κρήτη.
ΤηνπραγματικότηταύπαρξηςτηςΑυτονομίαςαναγνώρισαντέσσερειςπλευρές:- ηκυβέρνησητουΖωγράφου, ηαλβανικήπλευρά, ηελληνικήκαιηδιεθνής κοινότητα. Είναι άλλο θέμα η υλοποίηση της φόρμουλας αυτής. Για την μη εφαρμογή της συνέβαλαν οι διεθνείς παράγοντες και ιδιαίτερα τα ιταλικά συμφέροντα, που τη σαμποτάρισαν. Εξείχε ξανά ο ρόλος της Ελλάδας με επικεφαλής τον Βενιζέλο, ο οποίος συνέχιζε να αντιμετώπιζε ασήμαντη για την Ελλάδα τη Βόρειο Ήπειρο, μπροστά στα νησιά του Αιγαίου και τη Θράκη. Ο Βενιζέλος έδιωξε από τη Βουλή των Ελλήνων τους 16 βουλευτές εκλεγμένους στην αυτόνομη Βόρειο Ήπειρο. Αρνήθηκε να αναγνωρίσει επίσημα την κυβέρνηση του Ζωγράφου, ιδιαίτερα όταν ο τελευταίος παρέδωσε τη διοίκηση της αυτόνομης περιοχής της Βορείου Ηπείρου στις ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις, οι οποίες με εντολή των Μεγάλων Δυνάμεων, επανεκατέχτησαν στο τέλος του δεύτερου Βαλκανικού Πολέμου τη Βόρειο Ήπειρο, βάζοντας έτσι τέρμα στην αποστολή της αυτόνομης κυβέρνησης.
Αυτή είναι η ιστορία. Όμως σχετικά με την ιστορία αυτή έγινα μεγάλες καταχρήσεις. Η πρώτη σχετίζεται με την ταύτιση του όρου «Βόρειος Ήπειρος» με τον ελληνικό αλυτρωτισμό και επεκτατισμό. Ως ιστορικό και γεωγραφικό γεγονός είναι αληθές ότι τα κρατικά σύνορα Ελλάδας-Αλβανίας χώρισαν την Ήπειρο για πρώτη φορά ανά τους αιώνες σε Βόρεια και Νότια. Είναι επίσης γεγονός ότι η Βόρειος Ήπειρος ταυτίζεται συχνά με τα γεγονότα του 1914, ως αποκορύφωση των περιπετειών οροθέτησης των συνόρων μεταξύ των δύο χωρών. ΄Οπως αποτελεί γεγονός ώστε η τύχη της Βορείου Ηπείρου χρησίμευσε για μακρό χρονικό διάστημα ως τροφοδότηση της νοσταλγίας των εθνικιστικών στρωμάτων στην ελληνική κοινωνία. Είναι επίσης γεγονός ότι ο όρος «Βόρειος Ήπειρος» χρησιμοποιήθηκε από τη εθνικιστική ρητορική του Ε. Χότζα ως επιχείρημα για να ενθαρρύνει το ανθελληνικό εθνικιστικό αίσθημα μεταξύ των Αλβανών και να προκαλέσει το φόβο και τον διωγμό μεταξύ του ελληνικού στοιχείου στην Αλβανία.
Όμως είναι άδικο ώστε το ιστορικό γεγονός να μπερδεύεται σκόπιμα με την εθνικιστική ρητορική. Το επισημαίνω αυτό διότι η ίδια ρητορική, όπως επί Χότζα, σερβίρεται και σήμερα στις δομές της αλβανικής κοινωνίας, που σημαίνει ότι ο αλβανικός εθνικισμός σε θεωρία και πράξη δεν μπορεί να απαλλαγεί από το πλαίσιο της κομμουνιστική κληρονομιάς. Συνεπώς, είναι ένα μέσο που συμπληρώνει το οπλοστάσιο «επιχειρημάτων» του ανθελληνικού εθνικισμού.
Επιβεβαιώνεται αυτό και με το γεγονός ότι η ε.ε.μ στην Αλβανία, ακόμα σήμερα δεν μπορεί να αποκαταστήσει κανένα από τα γεγονότα ή τις προσωπικότητές της παλιάς και νέας ιστορίας της, που αντιμετωπίστηκαν εχθρικά από το κομμουνιστικό καθεστώς.
Στο τέλος-τέλος, θέλω να πιστεύω ότι όλα τα είδη εθνικισμού σε σχέση με την Αυτονομία της Βορείου Ηπείρου πρέπει να νιώθουν μειονεκτικοί μπροστά στο γεγονός ότι το Σύνταγμα του αλβανικού κράτους, παραχωρεί σήμερα στην τοπική αυτοδιοίκηση και στο πλαίσιο αυτό και στην εθνική ελληνική μειονότητα, περισσότερα δικαιώματα και αρμοδιότητες από ό, τι το ιστορικό πρωτόκολλο αναγνώρισης της αυτονομίας της Βορείου Ηπείρου, της Κέρκυρας, τον Μαΐο 1914.
Ερώτηση13: Τι συμβολίζει κατ΄εσάς η Χιμάρα σε όλο της το πλαίσιο; Αποτελεί ένα πλασματικό η πραγματικό πρόβλημα;
Απάντηση: Η Χιμάρα είναι μια περιοχή με τις δικές της ιδιαιτερότητες. Ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου της Αθήνας από του Βουνό, Δέδες, βρίσκει στην ελληνική της Χιμάρας της δεκαετίας του ΄30, λέξεις και γλωσσικές δομές των Δωριέων, ιδρυτών του ενός μεταξύ των πρώιμων διαλέκτων της αρχαίας ελληνικής.
Κατά τον 15ο-16ο αιώνα κατέβηκαν εδώ μιρδιτόροι πολεμιστές για να πολεμήσουν κατά των Τούρκων υπό την καθοδήγηση του γιού του Σκεντέρμπεη και των Βενετών. (Πόλεμος ο οποίος εξασφάλισε στη Χιμάρα το καθεστώς μιας ιδιαίτερης αυτονομίας). Λίγο αργότερα κατέβηκαν από το βορά της Αλβανίας άλλοι πληθυσμοί, που αποτέλεσαν την καρδιά της Λιαμπουριάς, η οποία για τους γνωστούς λόγους δέχτηκε την δεδομένη γεωγραφική επέκταση.
Τα τρία θρησκεύματα, η ορθοδοξία, ο μουσουλμανισμός και ο καθολικισμός εισήλθαν σε αιώνιες σχέσεις και αντιπαραθέσεις. Αναμίξεις σημειώθηκαν και μεταξύ του αυτόχθονου πληθυσμού με τους προερχόμενους από το βορά πληθυσμούς, δημιουργώντας μια πολύ-θρησκευτική, πολύ-εθνική και πολύ-γλωσσική περιοχή.
Σεμιατέτοιαπεριοχήμεπολιτικήαυτονομία, όπουοισχέσειςμετηΔύσηήτανπολύανεπτυγμένες, εγώεντοπίζωκαιτολίκνοτηςσημερινήςμορφήςτουαρχαίουπολυφωνικούτραγουδιούτηςΗπείρου.
Λοιπόν, η Χιμάρα, μπορεί να έχει αποχτήσει άλλα γλωσσικά, θρησκευτικά ή ακόμα και εθνικά χαρακτηριστικά, αλλά ποτέ δεν έπαψε να διαπρέπει η ελληνική της ταυτότητα. Με το καθεστώς αυτό τη Χιμάρα, μπορεί να τη διεκδικούν πολλοί, γι΄αυτό και αυτή, στην περηφάνιά της, πρόβαλε το δικό της ανεξάρτητο και αυτόνομο στάτους, αυτό της Χιμάρας. (Ταυτόχρονα, στις διεθνείς της σχέσεις, η Χιμάρα ανέδειχνε το καθεστώς που της εξασφάλιζε μεγαλύτερες προϋποθέσεις βοήθειας από Δύση ή Ανατολή.)
Με την ίδρυση του νεοσύστατου αλβανικού κράτους, στην πρώτη διοικητική διαίρεση, αυτή του 1920, αν δεν κάνω λάθος, η Χιμάρα συμπεριλήφθηκε στις περιοχές με αμιγή ελληνικό πληθυσμό, που είχαν προαποφάσισε de facto οι Ιταλοί. Μετάαπ΄αυτήτηδιοικητικήδιαίρεσηηΧιμάρααποσπάστηκεαπότοχάρτητωνμειονοτικώνζωνών. Από την άλλη πλευρά σε όλα τα κινήματα για δικαιώματα εθνικού περιεχομένου της ε.ε.μ, η Χιμάρα αποτελούσε τον βασικό παράγοντα και πάντοτε πρωτοστατούσε. Το σημαντικότερο είναι το κίνημα για το άνοιγμα των σχολείων στη μητρική γλώσσα κατά το 1933-35. Η κυβέρνηση του Ζώγου, μετά αποφάσεως του δικαστηρίου της Χάγης, υποχρεώθηκε να τα επαναλειτουργήσει. Άνοιξαν τέτοια σχολεία και σε μερικά, τρία, χωριά της Χιμάρας. Τα σχολεία αυτά συνέχισαν τη λειτουργία τους μέχρι το 1946, όταν ο Ε. Χότζα, μετά από τις εχθρικές σχέσεις που αποκατάστησε με την περιοχή, τα έκλεισε.
Η Χιμάρα έμεινε μια μακρινή ιστορία για τα υπόλοιπα τμήματα της ε.ε.μ μέχρι το 1991.
Σήμερα, εγώ νομίζω ότι οι θέσεις που τηρούνται προσβάλουν την αιώνια ταυτότητα της Χιμάρας. Οι στάσεις αυτές δεν μου προκύπτουν πέρα από το πλαίσιο του εθνικισμού και ιδιαίτερα του ανθελληνικού κλίματος και στην προκειμένη περίπτωση και αντίστροφα. Το πρόβλημα έγκειται στο ότι γι αυτό που εκπροσωπεί η Χιμάρα δεν επιτρέπεται να μιλήσουν οι ίδιοι και όλοι οι Χιμαρώτες. Έχω την εντύπωση ότι η πολιτική εξουσία και ο πολιτισμός της εξουσίας, από κοινού με την μειονεκτικότητα που παράγει ο αρρωστημένος και χωρίς επιχειρήματα εθνικισμός, διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα της Χιμάρας. Προς την κατεύθυνση αυτή το ελληνικό στοιχείο στη Χιμάρα δεν χαίρει ούτε τα δικαιώματα που γνώριζε πριν από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ οι δομές του κομμουνιστικού καθεστώτος στην αντιμετώπιση της Χιμάρας είναι κυρίαρχες.
Όμως το χειρότερο είναι ότι από την κατάσταση αυτή προσπαθούν να επωφεληθούν πολιτικοί και όχι μόνο. Η όξυνση των εθνικιστικών πνευμάτων και αντιπαραθέσεων στη Χιμάρα τα τελευταία χρόνια, φθάνοντας μάλιστα μέχρι και σε θύματα, από κοινού με τον στόχο αλλοίωσης των εθνο-πολιτιστικών ισορροπιών της, κρύβει και έναν άλλο στόχο, οικονομικού περιεχομένου. Πίσω από αυτόν τον «πόλεμο» κρύβεται η μαφία υφαρπαγής των οικοπέδων και των τουριστικών φιλέτων στο μαργαριτάρι του Ιονίου. Καιοιαυτουργοίαυτοί, χωρίςθρησκείακαιεθνικότητα, χρησιμοποιούντοπιοαποτελεσματικόόπλογιατηνεπίτευξητωνστόχωντους: -τηνδιεθνικήαντιπαράθεση.
Ερώτης14: Μπορεί να πούμε ότι ο Αλί Πασά Τεπελενλής αποτελεί το παράγοντα κλειδί της νέας ιστορίας, που σταθεροποίησε αυτή την κοινωνική και δημογραφική πραγματικότητα στο Νότο της Αλβανίας και στο Βορά της Ελλάδας; Είναι μήπως αυτός πρόδρομος του σημερινού κλίματος σχέσεων;
Απάντηση:Ναι! Μάλιστα προς την κατεύθυνση αυτή ο Αλί Πασάς ξεπέρασε κατά πολύ και την Τουρκία. Μα άγρια βία, καταστολή, αρπαγές, με δόλο, δημαγωγία κλπ, ο Αλί Πασάς εγκαθίδρυσε την σατραπική κυριαρχία του έναντι του ελληνικού και ορθόδοξου πληθυσμού, αλλά και μουσουλμανικού στις περιοχές αυτές. Με τη δική του δικαιοσύνη, με δημαγωγία με μεταρρυθμίσεις και υποστήριξη αυτός κέρδισε ταυτόχρονα και τη συμπάθεια του ελληνικού πληθυσμού. Από την άλλη πλευρά για την αποκατάσταση της σατραπικής κυριαρχίας του, μετέφερε χιλιάδες στρατού, κυρίως από τις σημερινές βόρειες περιοχές της Αλβανίας. Στο στρατό και τη διοίκηση κυριαρχούσε το αλβανικό στοιχείο. Στο εποικοδόμημα της αυλής υπερίσχυε το ελληνικό. Ο Αλί επιδίωκε την κυριαρχία του αλβανικού στοιχείου σε όλη την Ήπειρο, αλλά μορφωμένου με τον ελληνικό πολιτισμό.
Ενσυνείδηταήόχι, εκείνοςμπορείναθεωρηθείοάνθρωποςπουεπανέφερετοπαλιόόνειροενόςισχυρούκράτουςτηςΗπείρου. Διαφορετικά όμως, από το Σκεντέρμπεη που διατύπωνε το στόχο αυτό στο λόγο του και το εκδήλωνε στα σύμβολα που χρησιμοποιούσε, ο Αλί Πάσας Τεπελενλής βάδισε στο δρόμο αυτό, ίσως με το ένστικτο του ανθρώπου που βιώνει φυσιολογικά το όνειρο αυτό.ΣτηνπροσπάθειααυτήοΑλίΠασάςδιασταύρωσετοελληνικόπολιτισμόμετηνπολεμικήορμήτωνΑλβανών. Ενώ κατέστρεφε εκκλησίες και πυρπολούσε μοναστήρια που το πρόβαλαν εμπόδια, ταυτόχρονα οικοδομούσε τέτοια προς όφελός του. (Δεν μιλούμε για οικοδομή τζαμιών που ήταν κάτι φυσιολογικό).Επέτρεψε και ενθάρρυνε τη διάδοση των ελληνικών σχολείων στα Ιωάννινα και σε όλη την Ήπειρο μετατρέποντάς τα στο ισχυρότερο κέντρο πολιτισμού σε όλη την αυτοκρατορία. Ταυτόχρονα είχε και τις πιο τρομαχτικές φυλακές της εποχής. Ενθάρρυνε την ίδρυση της πρώτης εμπορικής επιχείρησης βιβλίων και ίδρυσε το επίσημο ταχυδρομικό δίκτυο. Χρηματοδότησε γεωβελτικά έργα και έργα οδικής υποδομής.
Είναι αληθές ότι στη φύση της Ηπείρου η συμβίωση διαφορετικοτήτων και αντιθέτων στη δημογραφία και πολιτισμό της αποτελεί στους αιώνες μια ομαλότητα. Η μακρά Οθωμανική κατοχή, χάλασε την διαχρονική ισορροπία της. Ανεξαρτήτως των αναζητήσεων του ο Αλί Πασάς δεν άλλαξε την κατάσταση αυτή. Η αντιπαράθεση, ή η εχθρότητα και η συνεργασία, ή η συμβίωση διατηρούσαν το επίπεδο εξουσίας του. Σήμερα τις αρνητικές πλευρές αυτής της συμβίωσης διατηρεί ζωντανές ο αρρωστημένος και αναχρονικός εθνικισμός.
Ερώτης15: Στη δική σας ανάλυση πώς επηρεάζει τις διμερείς σχέσεις η νέα γεωπολιτική δυναμική των Αλβανών στη Βαλκανική, στο Κόσοβο και στο νέο ρόλο στη Μακεδονία;
Απάντηση: Έχω την εντύπωση ότι σ΄αυτή την νέα γεωπολιτική του αλβανικού παράγοντα στη Βαλκανική είναι έκδηλη η συναισθηματική πλευρά, η οποία, όσο νόμιμη και αναπόφευκτη, συνοδεύεται από μια περίσσια αυτοπεποίθηση, που δεν μπορεί να αποφύγει τις βαλκανικές ασθένειες. Διατυπώνοντας το διαφορετικά θα έλεγα ότι είναι έκδηλος ο εθνικός εγωισμός ως έκφραση της πρόκλησης κατά των ιστορικών αδικιών των γειτόνων, όπως και η υπόθαλψη της ιδέας για ενοποίηση των κατοικημένων από τους Αλβανούς εδαφών κατά το όρο της «εθνικής Αλβανίας»Το συγκεκριμένο αίσθημα, περισσότερο εσωστρεφές, από κοινού με τη ζωογόνηση του οργανωμένου εγκλήματος φαίνεται ότι καλλιεργούν το έδαφος για τον έλεγχο αυτή της νέας γεωπολιτικής δυναμικής, από νεοδόγματα του παρελθόντος, ή από συμμαχίες που αλλοιώνουν τις ευρωπαϊκές ισορροπίες των Βαλκανίων. Υπό την οπτική αυτή γωνία, ξεκινώντας από τους λόγους της Ελλάδας για τη μη αναγνώριση του Κοσσυφοπεδίου, ή τις επιφυλάξεις της σχετικά με το όνομα του κράτους των Σκοπίων, χωρίς να λησμονήσουμε εδώ εκείνο το είδος αλβανικού εθνικισμού σκληρυμένου ως ανθελληνισμό, εννοείται ότι στις διμερείς σχέσεις δημιουργείται κάποιος κόμβος, ο οποίος προς το παρόν, ευτυχώς έχει περισσότερο συναισθηματικό χαρακτήρα. Στην ουσία το ποθούμενο ευρωπαϊκό μέλλον προϋποθέτει το αντίθετο:- πολύ καλές σχέσεις και συνεργασία σε όλους τους τομείς. Όμως, όπωςανέφερακαιπιοπάνω, μιατέτοιαπροσέγγισηενοχλείεκείνουςτουςπαράγοντεςπουθέλουνναελέγχουντονιστορικόάξονατωνισορροπιώνμεταξύΔύσηςκαιΑνατολής. Στο σημείο αυτό ο αλβανικός παράγοντας πρέπει να γίνει και ενσυνείδητος και υπεύθυνος.
Ερώτηση16: “ΗΑλβανίαείναιμιαευρωπαϊκήχώρακαιόχιμιαμουσουλμανική» λέειοΠρωθυπουργός.Στέκει κατ΄εσάς η ομολογία αυτή; Διαπιστώνετε νέο ρόλο της θρησκεία στη χώρα μας;
Απάντηση: Η Ομολογία του πρωθυπουργούεπιτρέπει πολλές οπτικές γωνίες. Συνεπώς, η Αλβανία είναι ευρωπαϊκή χώρα σε ότι αφορά το θρήσκευμα, σε ότι αφορά τον πολιτισμό και την νοοτροπία, σε ότι αφορά την γεωγραφική τοποθεσία, τις θεσμικές σχέσεις και τους δημοκρατικούς θεσμούς…. την προσδοκία και την προοπτική;!
Ίσως την αξία ευρωπαϊκής χώρας θα πρέπει να αναζητήσουμε στην θρησκευτική συμβίωση και ανοχή. Λέω ίσως για μερικούς λόγους.
Πρώτο, είναι ουσιαστικός η περιφερειακός ο ρόλος των θρησκευμάτων στον αστικό πολιτισμό των κοινοτήτων τους; Τα θρησκεύματα στην Αλβανία δεν έχουν τις δικές τους συνεισφορές, όπως συμβαίνει στον δυτικό πολιτισμό, όσον αφορά το σεβασμό του νόμου και του κράτους, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ίσως προς το επίπεδο αυτό θα πρέπει να αναζητηθούν και οι πραγματικές αξίες της θρησκευτικής συμβίωσης και ανοχής. Θα αποχτούσαν ζωτικότερες αξίες στην κοινή προσπάθεια ώστε οι πιστοί να αποχτούσαν μια δυτική κουλτούρα στην καθημερινή δράση τους σε σχέση με το νόμο και το κράτος, σε σχέση με τη συνειδητοποίηση των περιθωρίων της προσωπικής ελευθερίας το όριο της οποίας λήγει εκεί όπου αρχίζει η ελευθερία του άλλου.
Δεύτερο. Η Επίσκεψη του ΠάπαΦραντσέσκο χαιρετήθηκε από τον κόσμο για το γεγονός ότι τον υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό πιστοί από την ποικιλία θρησκευμάτων στη χώρα, μεταξύ των οποίων πολλοί μουσουλμάνοι. Επίσης, εκείνος ηγήθηκε συνάντησης με τους ανωτάτους εκπροσώπους αυτών των θρησκευμάτων στην Αλβανία, ενώ ταυτόχρονα εκείνοι ήταν όλοι μαζί κατά τη διάρκεια σχεδόν όλης της επίσκεψης του.
Μερικές μέρες όμως αργότερα στην ίδια λεωφόρο, απ΄όπου η υφήλιος έλαβε το μήνυμα με οικουμενικές αξίες του υποδείγματος της θρησκευτική συμβίωσης, πρόβαλλαν πολλοί περισσότεροι μουσουλμάνοι, οι οποίοι προσεύχονταν μόνοι τους για το “Kurban Bajramin”. Το ερώτημα που προκύπτει είναι, έχουμε μια θρησκευτική συμβίωση που πηγάζει από την αποστολή κάθε θρησκεύματος, ή ανοχή λόγω του περιφερειακού ρόλου τους;
Τρίτο. Θέλουμε πραγματικά ένα φάσμα θρησκευμάτων ή επιστροφή στην καταγωγή; Τα μηνύματα του Πάπα στα Τίρανα για επιστροφή στην καταγωγή ήταν ξεκάθαρα και επανειλημμένα. Από την άλλη πλευρά, στο Κοσσυφοπέδιο η θεσμική προσπάθεια για να ανοίξει ο δρόμος στον καθολικό χριστιανισμό (η οικοδόμηση με συνεισφορές μουσουλμάνων ενός μεγαλοπρεπούς καθολικού ναού στη μέση της Πρίστινας, αφήνοντας να κατεδαφιστεί ένας ατελείωτος καθεδρικός ορθόδοξος ναός και προκαλώντας τεχνητά εμπόδια για την κατασκευή ενός τζαμιού) δεν είναι αποτελεσματική. Παρ΄όλααυτάμεταξύτωναπλώνπιστών(αναφαιρέσουμετουςχριστιανούςορθοδόξους) κυριαρχείηανοχή.
Τέταρτο. Στην Αλβανία το βάρος των θρησκευμάτων, σε κοινωνικό επίπεδο, όσο και σε σχέση με το εθνικό συναίσθημα, είναι μικρό. Από την άλλη φαίνεται ότι η παλιά παράδοση, της εξάρτησης του θρησκεύματος από πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα, σε μερικές περιπτώσεις είναι έκδηλη και μπορεί να επιφέρει πολύ βαριές συνέπειες.
Θέλω να πιστεύω ότι στην ευρωπαϊκή μας πορεία είναι απαραίτητος και ο πραγματικός ρόλος των θρησκευμάτων. Έτσι η ευρωπαϊκή μας προοπτική θα προκύψει ουσιαστικότερη και ασφαλέστερη. Αλλά, αυτό μοιάζει αρκετά δύσκολο, διότι η πολιτική δεν επιτρέπει περιθώρια δράσης στη θρησκεία στην αποστολή της και ότι θέλει τα θρησκεύματα ως διακοσμητικό στοιχείο.