ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ!


Το μπλοκ %name διαγράφηκε.Το μπλοκ %name διαγράφηκε.Σύντομη περιγραφή του μπλοκ σας. Χρησιμοποιείται στη <a href="%overview">σελίδα επισκόπησης των μπλοκ</a>.Σύντομη περιγραφή του μπλοκ σας. Χρησιμοποιείται στη σελίδα επισκόπησης των μπλοκ.

Σήμερα ένας ολόκληρος χρόνος παρέδωσε την αμαρτωλή και βασανισμένη ψυχή του στο άπειρο, ενώ ταυτόχρονα γεννήθηκε ένας άλλος. Βρήκε σπίτι και τραπέζι γιορτινό. Αντίκρυσε λουλούδια στα μαλλιά και γιασεμιά στα χείλη. Γεύτηκε τη βασιλόπιτα με κότα Γεναρίσια και φύλλα σπιτίσια και απόλαυσε τα γλυκά του ταψιού τα τόσο όμορφα φτιαγμένα.
Ο παλιός ο χρόνος μπούχτισε γιαπράκια και πρασσοσέλινο με χοιρινό κι έσκασε από κουραμπιέδες χριστουγεννιάτικους. Δεν άφησε ωστόσο να πάει χαμένη η γαλοπούλα και τα μελομακάρονα, ξένες νοστιμιές φερμένες απ’ την Ευρώπη. Έτσι λοιπόν όταν φθάνεις ν’ αγγίζεις αυτές τις νοστιμιές σημαίνει πως πνέεις τα λοίσθια.
Τούτος όμως ο χρόνος που μόλις τώρα αντίκρυσε του κόσμου τα καλά, φαίνεται μακρύς, ατέλειωτος. Γεμάτος νειάτα, δύναμη και ομορφιά υπόσχεται πολλά. Ποιός ξέρει όμως τι κοινωνικά ναυάγια και ηθικά συντρίμμια φέρνει στο διάβα του; Ο νέος αυτός στέκεται στο κατώφλι του νέου έτους, μας χαμογελά και μας απλώνει καλωσυνάτα το χέρι για να ανανεώσει τις χαμένες μας ελπίδες για ένα νέο ξεκίνημα, για μια καινούργια ζωή, λουσμένη στου ήλιου το φιλί. Κι η καρδιά μας παρασύρεται και διώχνει τη βροχή απ’ τον αγώνα της ζωής και θέλει κάθε φορά που ξεκινά έναν άλλο δρόμο, ένα νέο πάλαιμα, νοιώθει την ανάγκη ν’ ασφαλίσει το μέλλον και πιστεύει πως η καλή αρχή έχει και καλό τέλος.
Κάνει δε προσπάθειες ν’ αρχίσουν όλα καλά, όλα ευοίωνα. Εξετάζεται τούτη ειδικά τη μέρα το καλό ποδαρικό, τα καλοπιάσματα, οι ευχές, τα γλυκά, τα φαγητά να είναι σε αφθονία, προοιωνίζοντας έτσι και αφθονία αγαθών για ολόκληρο το χρόνο. Μα και πέρισυ κρατήθηκαν τα έθιμα στο ύψος τους. Ανταλλάχτηκαν δώρα, ειπώθηκαν τα κάλαντα, στρώθηκε το γιορτινό τραπέζι, έσβησαν τα φώτα, δόθηκε της αγάπης το φιλί, κόπηκε η πίττα και το φλουρί φυλάχτηκε στα εικονίσματα, έγινε το καλό ποδαρικό, δε θυμώσαμε τη μέρα κείνη την πρώτη, δε δείραμε, δε δώσαμε χρήματα, δε σπάσαμε, δε, δε, δε. Αυτοί όμως οι οιωνοί που εξασφαλίσαμε κατά βάση είναι μαγικοί και έχουν την προέλευσή τους από τις Καλένδες των Ρωμαίων απ’ τους οποίους οι Βυζαντινοί παρέλαβαν τον εορτασμό της 1ης Ιανουαρίου και όλα τα σχετικά έθιμα, τα οποία παραλλάσσουν από τόπο σε τόπο.
Με όλα τούτα τα καλά, ο πόνος εξακολουθεί να υπάρχει πάνω στη γη, μα η πιο μεγάλη χαρά θα ήταν αν οι μεγάλοι λιγόστευαν τον πόνο των άλλων. Πλην όμως μαθαίνουν όλοι παίζοντας για να μπορούν έξω απ’ το παιγνίδι τους με επιδέξια χέρια, με γρήγορο μυαλό, με γνώση, με αυταπάρνηση να σηκώσουν τον καθ’ έναν που έπεσε και να ξαναδώσουν στα πονεμένα πρόσωπα τη χαρά. Όσοι μπορούν να κάνουν τούτα όλα, δεν τα κάνουν επειδή δεν το θέλουν, αλλά γιατί δεν σκέπτονται ανθρωπινά, γιατί το δικό τους τραπέζι είναι καθημερινά γιορταστικά στρωμένο, γιατί είν’ αυτό που η σοφία του λαού παροιμιακά λέει «ο χορτάτος το νηστικό δεν τον πιστεύει». Ποιος είναι αυτός που θα ισχυριστεί πως είναι ανεύθυνος για τα εκατομμύρια παιδιά που πεθαίνουν κάθε χρόνο από πείνα;
Ο χρόνος που διάβηκε ευχήθηκε για το φάρμακο κατά του καρκίνου και του AIDS, για το θάνατο των εμπόρων ναρκωτικών, για την απελευθέρωση των πολιτικών κρατούμενων, για το σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων, για τη στέγαση των χειμαζομένων, για την εξαφάνιση του φάσματος της πείνας. Καμιά τέτοια ευχάριστη είδηση δεν ξέσκισε το χρόνο για να κάνει τις γιορτές ομορφότερες, να ρίξει ήλιο στη ματιά κι αστέρια στην ποδιά μας. Τα πορτοφόλια μας μέρα με τη μέρα φιραίνουν, η ανεργία φέρνει απόγνωση, με συνέπεια η νεολαία να χλωμιάζει όλο και πιο πολύ παραδομένη στην κραιπάλη του εικοσιτετράωρου. Τα στόματα των πολυπληθών οικογενειών δεν μπορούν να μπουκώσουν παρ’ όλο που αιμοδοτούν το έθνος σ’ αυτό που λέγεται δημογραφικό σύστημα. Όλα τούτα κι άλλα τόσα ευχηθήκαμε κι εμείς κι ο περασμένος χρόνος να συμβούν. Κι ήρθε ο νέος με τα δώρα, με τραγούδια, με χαρά και μας είπε σήμερα «Καλή χρονιά, χαρούμενη χρυσή Πρωτοχρονιά».
Κι η πρώτη του χρόνου προσλαμβάνει και ιδιαίτερη σημασία, διότι γιορτάζεται η μνήμη του Αγίου Βασιλείου, ο οποίος είναι ένας απ’ τους μεγαλύτερους Πατέρες της Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας μας, ένας απ’ τους «τρείς μεγίστους φωστήρας της τρισηλίου Θεότητος». Κι έρχεται κάθε χρόνο φορτωμένος κρατόντας πέννα και χαρτί, χαρτί και καλαμάρι για να γράψει τις επιθυμίες μας, χωρίς να προσπαθήσει με διάφορους τρόπους να συναγάγει οιωνούς και μαντείες για το μέλλον. Ας φέρει φέτος στους μεγάλους αγάπη, φιλία και συγγνώμη, στους μικρούς παιγνίδια τέτοια που να κάνουν το μυαλό να δουλεύει σωστά και έξυπνα, ας στομώσει τα μαχαίρια κι ας κλουβιάσει τα βόλια για να σταματήσουν πια οι όποιες επεκτατικές βλέψεις για διεκδικήσεις κάθε είδους και όχι μόνο.
Ο Άη-Βασίλης δε γεμίζει σακκούλια και έλκυθρα, μα νταλίκες και κοντέϊνερς, γιατί εκτός απ’ τα παιγνίδια ξερει πως κάτι άλλα παιδιά (τριτοκοσμικά τα λένε) εκεί κάτω στην Αφρική και αλλού στερούνται νερό, ρούχα, τροφή, φάρμακα, στερούνται τα όνειρά τους και τη δύναμή τους. Κουρασμένος και αποκαρδιωμένος ο Άη-Βασίλης χαμογελά και σκορπίζει βάλσαμο παντού, σε άσπρους, μαύρους, κίτρινους και κόκκινους και λέει τα δικά του κάλαντα που ειναι κάπως έτσι: «Ξεκίνησα νωρίς φέτος για να προλάβω να είμαι συνεπής στις υποχρεώσεις μου. Κουράστηκα, έκλαψα και πόνεσα. Έκανα σχέδια παιδί μου για να φθάσει το ποθητό δώρο στα δικά σου χέρια. Μα οι απαιτήσεις σου χρόνο με το χρόνο γίνονται όλο και πιο εγωιστικές, όλο και πιο παράλογες. Όλοι σας κοιτάτε πως θα αποκτήσετε καινούργια πράγματα.
Ο καθένας προσπαθεί να εκβιάσει την κατάσταση σε βάρος του άλλου. Το κέρδος; κοσμήματα, νέο αυτοκίνητο, ένα ακόμα εξοχικό. Έχω κουραστεί μα συνάμα έχω τρελαθεί. Ο γέρο χρόνος άφησε πίσω του ερημιά, φτώχεια και ανημποριά. Έθαψε στη χώρα σας μονάχα ένα σωρό παιδία – μπουμπούκια, που είχαν όνειρα και αστροφεγγιά, με μια σύριγγα καρφωμένη σε κάποιο χέρι. Μετριούνται σε εκατοντάδες χιλιάδες οι πρόσφυγες πολλών χωρών. Στις εμπόλεμες χώρες δεν είναι ακόμα σε θέση να μετρήσουν τις σωματικές και υλικές απώλειες. Τούτες τις γιορτές δεν στρώθηκε για όλους γιορτινό το τραπέζι, στο σπίτι δεν άναψαν φώτα και γιρλάντες, δε μοσχομύρισαν γλυκά και πίτες.
Μα τι παράξενο πράγμα. Οι τρανοί του κόσμου σφίγγουν γερά τα σχοινιά που δένουν τις καρέκλες τους. Και όσο οι κόμβοι παραμένουν δεμένοι, τόσο σαπίζουν και βρωμίζουν χωρίς ωστόσο να σπάζουν. Γιατί τα αντικαθιστούν πάραυτα την όποια κρίσιμη στιγμή σε κάποια αναμπομπούλα, γλυκαίνοντας το χάπι που θα καταπιεί ο κοσμάκης. Εγώ έρχομαι σήμερα για να σου δώσω δώρο και χαρά. Αλλά συ παιδί μου, δώσε το περσινό σου δώρο ―αν είναι ακόμα γερό― στο διπλανό παιδάκι που το έχει ανάγκη και κράτησε το φετινό ως την άλλη τη χρονιά. Κι εγώ θα γράψω στο χαρτί την καινούργια σου παραγγελία, τη νέα σου επιθυμία. Κι εκεί που θα βρίσκομαι στην Καισάρεια της Καππαδοκίας θα κάνω όλες τις προμήθειες για σένα, το διπλανό σου, για όλο τον κόσμο.

Αναδημοσίευση από τον Π.Λ

Της ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΜΙΧΟΥ