H εφημερίδα «ΣΩΤΗΡΙΑ» του Ισμαήλ Κεμάλ Μπέη Βλιώρα


Το μπλοκ %name διαγράφηκε.Το μπλοκ %name διαγράφηκε.Σύντομη περιγραφή του μπλοκ σας. Χρησιμοποιείται στη <a href="%overview">σελίδα επισκόπησης των μπλοκ</a>.Σύντομη περιγραφή του μπλοκ σας. Χρησιμοποιείται στη σελίδα επισκόπησης των μπλοκ.

Σ ε προηγούμενο άρθρο μας σκιαγραφήσαμε τη ζωή και την πολιτεία του Αλβανού πολιτικού Ισμαήλ Κεμάλ Μπέη Βλιώρα, ο οποίος στις 28 Νοεμβρίου 1912, με την προτροπή και ενθάρρυνση της Ιταλίας, εκήρυξε στην Αυλώνα την ανεξαρτησία της Αλβανίας.
Τον ίδιο μήνα συνήλθε στην Αυλώνα η πρώτη αλβανική εθνοσυνέλευση υπό την προεδρία του Ισμαήλ Κεμάλ και υπήρξε έδρα μια από τις τρεις αλβανικές κυβερνήσεις.
Ο Κεμάλ σπούδασε στη Ζωσιμαία Σχολή Ιωαννίνων και μιλούσε και έγραφε απταίστως την ελληνική γλώσσα. Όταν βρισκόταν στην Πόλη (1901) πληροφορήθηκε ότι κινδύνευε να συλληφθεί με εντολή του Σουλτάνου. Έφυγε από την Πόλη και ήρθε στην Ελλάδα. Στη συνέχεια μετέβη και εγκαταστάθηκε στις Βρυξέλλες. Εκεί εξέδωκε αλβανική εφημερίδα, αλλά σε ελληνική γλώσσα, την οποία έγραφε ο ίδιος και μόνο η τελευταία της σελίδα, από το δεύτερο φύλλο που κυκλοφόρησε, ήταν γραμμένη στην αλβανική γλώσσα. Ο τίτλος της εφημερίδας ήταν: «ΣΩΤΗΡΙΑ». Συνολικά εξέδωκε πέντε φύλλα, στις στήλες των οποίων έλεγε αλήθειες που υπηρετούσαν την προσέγγιση των δύο φίλων λαών.
Το πρώτο φύλλο εκδόθηκε στις 15/28 Σεπτεμβρίου 1901. «Εν Βρυξέλλαις τη 15/28 7/βρίου 1901 Σάββατο». Έκδοση 4/σέλιδη μόνο στην ελληνική γλώσσα με τη δήλωση ότι: «Τα επόμενα φύλλα θα εκδίδονται και εις την Τουρκικήν και Αλβανικήν γλώσσαν πλην της Ελληνικής».
Προσπάθεια του Ισμαήλ Κεμάλ μέσα από τις στήλες της εφημερίδας να θεμελιώσει την αλβανική πολιτική και να δημιουργήσει γέφυρες φιλίας στον βαλκανικό και στον ευρύτερο χώρο.
Αξίζει να σχολιαστούν ορισμένες θέσεις του Ισμαήλ Κεμάλ, οι οποίες αφορούν τις σχέσεις μεταξύ των δύο συγγενικών λαών.
Η εφημερίδα εκδόθηκε λίγα χρόνια πριν από την έναρξη των Βαλκανικών Πολέμων και τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μια χρονική περίοδο που η Αυτοκρατορία ψυχορραγούσε και τα Βαλκανικά κράτη, άλλα επιζητούσαν την ανεξαρτησία τους (μεταξύ αυτών και η Αλβανία) και άλλα την επέκταση των κρατικών τους συνόρων σε εδάφη που ζούσαν ομοεθνείς τους.
Η πρώτη σελίδα του πρώτου φύλλου καλύπτεται από ενυπόγραφη δήλωση του Ισμαήλ Κεμάλ, στην οποία δικαιολογεί: α) γιατί έδωσε τον τίτλο «Σωτηρία» στην εφημερίδα β) για ποιους λόγους δεν αποδέχτηκε να μεταβεί στην Αφρική για να αναλάβει τη διοίκηση της Τριπόλεως που του ανέθεσε ο Σουλτάνος: «Αρχόμενος δημοσιεύων, γράφει, υπό τον άνω τίτλον “Σωτηρία” την εφημερίδα ταύτην δεν προτίθεμαι να γνωρίσω τοις πάσι το άτομόν μου, ούτε να επιδείξω τα προς το Έθνος μου και την Αυτοκρατορίαν πατριωτικά μου αισθήματα.
Νομίζω ότι, αι επί τεσσαρακονταετίαν υπηρεσίαι μου και αι πικρίαι, ας εγεύθην κατά το ανωτέρω χρονικόν διάστημα, είνε ικαναί να αποδείξωσιν ότι είμαι ικανός να υπομείνω παν είδος απογοητεύσεως και έτοιμος να προσφέρω εμαυτόν θυσίαν διά την γενικήν της πατρίδος σωτηρίαν».
Εκείνο που αποκομίζει ο αναγνώστης από τη δήλωσή του είναι ότι γνώριζε θαυμάσια να χειρίζεται την ελληνική γλώσσα, ώστε να αποδίδονται με ευκρίνεια οι σκέψεις του. Με τη δήλωσή του, στην οποία μάλλον αυτοβιογραφείται, γίνεται φανερή η επιθυμία του να υπηρετήσει το κράτος και να κερδίσει την εμπιστοσύνη του Σουλτάνου.
Κατατρύχεται από το «ξεχαρβάλωμα της όλης Αυτοκρατορίας» και θλίβεται για τον επικείμενο διαμελισμό της «προσφιλούς πατρίδος. Στη δεύτερη σελίδα αποκαλύπτει τους υπεύθυνους των ατυχιών της «αγαπητής μας πατρίδος εις την Ανατολήν εν γένει και τον Μωαμεθανισμόν ιδιαιτέρως».
Απαριθμεί τους Σουλτάνους (Αζίζ, Μουράτ, Χαμίτ) ως υπεύθυνους για την επικρατούσα χαώδη κατάσταση στην Αυτοκρατορία. Για τον Σουλτάνο Χαμίτ γράφει: «Ο Σουλτάνος Χαμίτ, φύσει φιλύποπτος, κατέστη έτι περισσότερον τοιούτος, εις τρόπον ώστε να εκλαμβάνη τα πάντα ως επικίνδυνα διά το άτομόν του, επιθυμών δε να απομακρύνη αφ’ εαυτού φαντασιώδεις κινδύνους, αφοσιώθη όλως εις εαυτόν, μεταχειριζόμενος μέσα κατατρίβοντα το Έθνος και το κράτος, της ευθύνης δε τούτων δεν θέλει απαλλαγή ούτε εις τον νυν ούτε εις τον μέλλοντα κόσμον».
Στηλιτεύει επίσης τις σφαγές των Αρμενίων γράφοντας: «Ζοφεράν, ζοφερωτάτην παριστώσι την κατάστασιν εν Αρμενία αι τελευταίαι εκείθεν ειδήσεις. Δεν ελησμονήθησαν ακόμη τα πρό τινων ετών τελεσθέντα εκεί όργια, μόλις εκόπασεν ο εκ των φρικαλεοτήτων εκείνων παραχθείς εν Ευρώπη θόρυβος, και νέα πάλιν της αυτής φύσεως κακουργήματα αγγέλλονται εκείθεν.. Και οι σήμερον εις τα απώτερα όρια της Αυτοκρατορίας σφαζόμενοι Αρμένιοι ουδέν άλλο ζητούσιν ή δικαιοσύνην, είνε δε αδύνατον αι οιμωγαί και οι θρήνοι των θυμάτων να μη κινήσωσι τον οίκτον των ισχυρών, είνε αδύνατον να μη εξεγείρωσι άπαξ έτι βιαιότερον την κοινήν γνώμην εν Ευρώπη, ώστε ν’ αποδοθή επί τέλους η δικαιοσύνη».
Η τρίτη και τέταρτη σελίδα αναφέρεται στην Αλβανία και στα αλβανικά πράγματα. Περιέχει ενυπόγραφο άρθρο του για το σκοπό της εφημερίδας, «Ολίγαι λέξεις διά τους Αναγνώστας», «Αι απαιτήσεις των Αλβανών - Τα συμφέροντα της Τουρκίας», ανταπόκριση από την Αθήνα (6 Σεπτεμβρίου 1901) και ειδήσεις εξ Αλβανίας.
Από την ανάγνωση των περιλαμβανομένων κειμένων εύκολα διαπιστώνει ο αναγνώστης ότι ο Ισμαήλ Κεμάλ είναι πιστός υπήκοος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (αργότερα διαχώρισε τη θέση του στο θέμα αυτό) και ότι προσπαθεί να αποδείξει στους Οθωμανούς ότι «η εθνική και πολιτική ύπαρξης της Αλβανίας είνε ζήτημα ζωής ή θανάτου διά την Τουρκίαν».
Στην αγωνία του να εξασφαλίσει συμμάχους για την υπόθεση της πατρίδας του ζητάει τη σύμπραξη Ελλήνων και Αλβανών: «Ημείς οι Αλβανοί και Έλληνες χρεωστούμεν να συνασπισθώμεν υπέρ της συντηρήσεως κατά πρώτον του εν Ανατολή καθεστώτος και υπέρ της περιφρουρήσεως των αμοιβαίων δικαιωμάτων εν τη υπερτάτη ώρα».
Τον ελληνικό λαό τον αποκαλεί «όμαιμον», λαόν συγγενικόν εξ αίματος. Γράφει σχετικά: «Απεφασίσαμεν την ελληνιστί έκδοσιν του φύλλου μας επί σκοπώ να γνωσθώσι καλλίτερον υπό του Ελληνισμού αι περί του Αλβανικού ζητήματος σκέψεις και βλέψεις μας και δοθή αφορμή εις την δημοσίαν γνώμην του γείτονος και ομαίμονος εν ταυτώ Ελληνικού Λαού να κρίνη περί των πόθων και αξιώσεων των Αλβανών μετά περισσοτέρας ακριβείας».
Και παρακάτω αναφέρεται στην αφοσίωση των Αλβανών στο «Κράτος των Οσμάνων» και στις θυσίες τους υπέρ των Οθωμανικών συμφερόντων: «και σήμερον ακόμη, ενώ διατρέχουσι τον έσχατον κίνδυνον, απόφασιν έχουσι να θυσιασθώσι μέχρι του τελευταίου υπέρ της σωτηρίας του Κράτους». Και ακόμη: «Οι Αλβανοί δεν έχουν πλέον ανάγκην να επιχειρίσωσι την απόδειξιν διά νέων τεκμηρίων της προς την Τουρκίαν αφοσιώσεως και πίστέως των. Τα από έξι αιώνων ιστορικά γεγονότα, αποδεικνύουσι, ότι το έθνος τούτο έκαμε πάσαν θυσίαν υπέρ αυτής. Τα επί του παρόντος δε εθνικά των συμφέροντα ουδόλως επιτρέπουσι αυτοίς αλλοίωσίν τινα των αισθημάτων των,απ’ εναντίας η φύσις αυτών είνε τοιαύτη, ώστε πρόθυμοι διά να κάμωσι τας μεγαλητέρας και πολυτιμοτέρας θυσίας υπέρ της συντηρήσεως αυτής. Ουδείς ενήμερος ων των ιστορικών πραγμάτων και των αμοιβαίων εθνικών συμφερόντων, δύναται ν’ αρνηθή την αλήθειαν ταύτην».
Αναγνωρίζει ο Ισμαήλ Κεμάλ ότι οι Αλβανοί «δεν συνεβάδισαν ποτέ μετά των άλλων της Ευρωπαϊκής Τουρκίας λαών, οίτινες επωφελούμενοι της κακής διοικήσεως του Οθωμανικού Κράτους απεσπάσθησαν αυτού και απετέλεσαν ανεξάρτητα κράτη», αλλά αντίθετα «Μετ’ αναλλοιώτου πίστεως υπερασπίζοντες τα κυριαρχικά δικαιώματα της Αυτοκρατορίας και επί βλάβη των εθνικών των πόθων, απέχουσι παντός χωριστικού κινήματος».
Η αλβανική ψυχή θλίβεται από τη στάση της Τουρκίας απέναντι των Αλβανών, οι οποίοι άρχισαν πλέον να σκέφτονται σοβαρά για την τύχη της πατρίδας τους «ήτις αφού από εκατοντάδας ετών εκατόμβας θυμάτων έθυσεν υπέρ του μεγαλείου της Οθ. Αυτοκρατορίας, δεν αξιούται παρά των ιθυνόντων τας τύχας αυτής σήμερον ουδέ και της ελαχίστης προσοχής και στοιχειωδεστέρας μερίμνης υπέρ της βελτιώσεως της οικτράς καταστάσεως αυτής».
Τελειώνοντας καλεί τους συμπατριώτες του να διαχειρισθούν με δεξιότητα το ζήτημα για το καλό της πατρίδας τους: «Ιδού το πρόβλημα, το οποίον ήρχισεν ήδη ν’ απασχολή ημάς και του οποίου η τοιαύτη ή τοιαύτη λύσις ενδιαφέρει αμεσώτερα αυτήν ταύτην την ύπαρξίν μας. Εις τους επιλέκτους πλέον Αλβανούς πατριώτας απόκειται καθοδηγούμενοι υπό της πολιτικής πείρας να διαχειρισθώσι το ζήτημα δεξιώς και ρυθμίσωσι τα πράγματα ούτως ώστε ν’ αποβώσι επ’ αγαθώ της Αλβανικής μας πατρίδος».

Αναδημοσίευση από τον Π.Λ
Γράφει: Νίκος Υφαντής